Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Φιλοσοφία και επιστήμη. Η επικαιρότητα μιας αναπόφευκτης σχέσης Πέτρος Φαραντάκης διδάκτορας της φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ και έχει διδάξει, ως μέλος του Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού, στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.


 
Πηγή: Αντίφωνο. Ομιλία σε ανάλογη εκδήλωση της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών στο Λυγουριό Αργολίδας, την 1η Απριλίου, 2017.
Αναδημοσίευση από: http://antifono.gr/

Αναμφίβολα υπάρχουν αρκετοί και εναλλακτικοί ορισμοί για τη φιλοσοφία. Θα μπορούσαμε, κυρίως, να την ορίσουμε ως μια γενικευμένη απορία για το νόημα και τα πρωτεύοντα θέματα της ζωής. Επίσης θα ήταν θεμιτό να πούμε, ότι φιλοσοφία είναι η δραστηριότητα του νου μέσω της οποίας εξετάζουμε, τις αρχές, μιας επιστημονικής πειθαρχίας και κατά πόσον αυτές μεταβάλλονται προϊόντος του χρόνου. Όποιον ορισμό όμως και εάν επιλέξουμε, διαπιστώνουμε πως  η διανόηση, με την έννοια του μεθοδικού στοχασμού, συνέχει την επιστήμη, ως θεωρία αλλά και ως εφαρμοσμένη πρακτική, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Επιστήμη και σκέπτεσθαι, εκκολάπτονται και ανδρώνονται μέσα στο ίδιο το παρατηρούμενο γεγονός, συνιστώντας, μεταξύ τους, μια σχέση ιδρυτική όσο και αναπόσπαστη. Στην εισήγηση αυτή, θα δούμε τη συμβολή της φιλοσοφίας, σε τρεις διακριτούς τομείς του επιστητού, οι οποίοι χαρακτηρίζουν την πολιτισμική κατατομή της εποχής μας. Οι τομείς αυτοί, είναι:
1. Η θεολογία. 2. Η ιατρική και 3. Οι επιστήμες της φύσης.
 
 
1. Φιλοσοφία και θεολογία.
Το φιλοσοφείν αποτελεί για τη θεολογική σκέψη μια διαρκή και ενεργό εκπομπή συλλογισμών, πρώτα από όλα για την ξεκάθαρη διατύπωση των όρων της πίστης, δηλαδή του δόγματος. Το δόγμα, ως όριο και σύνορο ανάμεσα στην αυθεντική πίστη και την αίρεση, αντλεί ικανό τμήμα του περιεχομένου του, από τις καταβολές της οργανωμένης σκέψης, μέχρι την εποχή, κατά την οποίαν τούτη αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη ακρίβεια. Δογματικοί όροι, κατηχητική πρακτική και διαστάσεις μιας θεολογίας αιχμής, επικαλούνται αξίες σκέψεων, οι οποίες παρέμειναν κλασσικές στο πέρασμα του ιστορικού ρου. Παράλληλα, η λεγόμενη πολιτική θεολογία, η θεολογία δηλαδή η οποία ενδιαφέρεται για τις κοινωνικές περιστάσεις και τις συνθήκες επιβίωσης του ανθρώπου, σχετίζεται με την καθόλου φιλοσοφική αντίληψη, με την έννοιαν ότι μέσω αυτής διακρίνει το νοητό από το ανόητο, το πρακτικά εφικτό από το ανέφικτο. Εάν σήμερα μιλάμε για μια μάχιμη πολιτική θεολογία, τούτο οφείλεται αφενός στις προκλήσεις που αυτή αντιμετωπίζει ανά την υφήλιο, αφετέρου στην ικανότητά της να υιοθετεί  τρόπους και τακτικές επινόησης μέσα από τη δεξαμενή πολλών φιλοσοφικών τοποθετήσεων.
   Άλλο γνώρισμα της θεολογικής επιστήμης, είναι η έκφρασή  της με τη γλώσσα της αποδεκτής παράδοσης: εικονογραφία, συγκριτική θρησκειολογία, ύμνοι, ναοδομία, έρευνα στον ευαγγελικό λόγο, κ.λπ. Τα στοιχεία αυτά, ως ακλόνητο αλλά και εξελισσόμενο, καθεστώς, προτάσσουν ένα φιλοσοφικό σκεπτικό. Δεν έχει σημασία, εάν η λογική του εντάσσεται στη βυζαντινή ή σε κάποια άλλη χρονική περίοδο. Το βέβαιο είναι, πως η λαϊκή εξωστρέφεια και απήχηση του σκεπτικού αυτού, διαχέονται με ένα φιλοσοφικό αισθητήριο, ανάλογο με τις ικανότητες και την αποδοχή του μέσου νου, του, κατά κεφαλήν, τουτέστιν, αποδέκτη τους. Παρατηρούμε, ως εκ τούτου, ότι η φιλοσοφία και η θεολογία, κάθε άλλο παρά ανάδελφες οντότητες μπορούν να θεωρηθούν. Ακόμα, διευκρινίζουμε ότι η ευμενής αμοιβαιότητά τους, ξεπερνά κατά πολύ τις συμβάσεις και των δύο, και προάγει την κριτική σκέψη του ασχολουμένου με αυτές. Ιδίως λέξεις και νοήματα, όπως είναι: «αγώνας», «λύτρωση», «αλήθεια» και «ζωή», τα οποία είναι συνειρμικά συνδεδεμένα με την εμπειρία και τη δια βίου δοκιμασία, βρίσκουν, τόσο στη θεολογία όσο και τη φιλοσοφία, κατά το δυνατόν, απεικονιστική πληρότητα και παύουν να συμβολίζουν  περιώνυμους, αλλά ασαφείς,  οιωνούς.

 
2. Φιλοσοφία και ιατρική
Στην ευρεία αντίληψη του σήμερα, έχει καθιερωθεί η άποψη, ότι η ιατρική κυριολεκτικά κάνει θαύματα. Γρήγορες διαγνώσεις, αποτελεσματικές επεμβάσεις, σύγχρονα φάρμακα κ.λπ. Όμως, όλα αυτά σε καμία περίπτωση δεν επιτελούνται εκ των ενόντων. Η ιατρική προσφεύγει και στο ταμείο άλλων εξελιγμένων γνωστικών αντικειμένων, όπως είναι: η φυσική, τα μαθηματικά, η ψυχολογία, η πληροφορική, η χημεία, η βιολογία κ.ο.κ. Έτσι, προκύπτουν κλάδοι του τύπου: γενετική βιολογία, κοινωνική ψυχιατρική, ρομποτική ιατρική, βιοψυχολογία…, κ. ά. Αυτοί, λίγο έως πολύ, προσδιορίζουν και τα θέματα, τα οποία απασχολούν σήμερα την ιατρική σκέψη (κλωνοποίηση, έξαρση ψυχικών ασθενειών, ευθανασία, αλλαγή φύλου…). Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να διερευνήσουμε, πότε πράγματι είμαστε ασθενείς, και πότε η ιατρική μας καθιστά ‘ασθενείς’. Ούτε πάλι, να παρατηρήσουμε κατά πόσον είμαστε παθητικά εθισμένοι στην ιατρική κηδεμονία.
   Εκείνο που προέχει είναι υπογραμμίσουμε, ότι η πρόοδος των ιατρικών τομέων, ευοδώνεται με την καλλιέργεια της φιλοσοφικής σκέψης. Χωρίς αυτήν, η ιατρική θα ήταν στομωμένη φαντασία και δραστηριότητα κενή από σκοπό. Του λόγου μας το αληθές έρχονται να υποστηρίξουν τα ιπποκρατικά κείμενα, και το όλο πλαίσιο, που τα διέπουν. Σε αυτό, βλέπουμε πως η θεραπεία, ως εφαρμογή, δεν στοχεύει αποκλειστικά στη νόσο αλλά στον νοσούντα και το περιβάλλον του. Σε κάθε περίπτωση, είναι εξατομικευμένη, χωρίς να προτείνονται γενικευμένα συνταγολόγια. Το αξιοσημείωτο είναι ότι και μέσα ακόμα στην ίδια την ιπποκρατική σχολή, υπήρχαν διαφορετικές σχολές αντιμετώπισης των ποικίλων παθήσεων. Αυτό, μας θυμίζει τους διαφορετικούς τρόπους σκέψης που είναι δυνατόν να συνυπάρχουν στην αυτή φιλοσοφική σχολή και τους αντιπροσώπους της.  Προσέτι, γνωρίζουμε όλοι ότι ο Πλάτων και Αριστοτέλης, δεν ανήκουν στους ιατρικούς συγγραφείς. Στα έργα τους ωστόσο, ενυπάρχουν αντιλήψεις ιατρικού και βιολογικού περιεχομένου. Το διαμηνυόμενο είδος της ιατρικής, και από τους δύο, δηλαδή αυτό της φυσικής αλληλεγγύης και της εμπιστοσύνης, ανάμεσα σε θεράποντα και σε θεραπευόμενο, φθάνει μέχρι και την εποχή της Αναγέννησης.
  Εάν κάνουμε μια μικρή και επιλεκτική στάση στο Βυζάντιο, θα διαπιστώσουμε πως αυτό επηρεάστηκε πάλι από την ελληνική ιατρική, η οποία, ωστόσο, παρελήφθη από τους Βυζαντινούς, μέσω συριακών και περσικών μεταφράσεων (Σημείωση ΟΟΔΕ: Η διαδεδομένη αυτή άποψη, μόνο εν μέρει είναι αληθινή). Και εδώ, όπως και στην κλασσική Ελλάδα, έχουμε ιατρικά συγγράμματα τα οποία δεν έγραψαν ιατρικοί συγγραφείς, αλλά άνθρωποι του πνεύματος. Διαθέτουμε, πχ τον Νεμέσιο, επίσκοπο Εμέσης, που έγραψε, περί το 380 και 390, το περίφημο έργο του, Περί Φύσεως Ανθρώπου. Όπως επίσης, έχουμε και τον Γρηγόριο, επίσκοπο Νύσσης και αδελφό του μεγάλου Βασιλείου, ο οποίος εκπόνησε το Περί Κατασκευής του Ανθρώπου, γύρω στο 380.  Βέβαια στα συγγράμματα αυτά, δεν εξηγείται τόσο ο ανθρώπινος οργανισμός, όσο εξυμνείται η θεία δημιουργία και προνοητικότητα στον τρόπο κατασκευής του. Βλέπουμε παράλληλα, σε αυτά, την κατευναστική επίδραση που έχει ανθρώπινος λόγος, στις ασθένειες που παρουσιάζουν οξύτητα ή υποτροπή. Πράγμα, που σήμερα θα ζήλευε εξαιρετικά η λεγόμενη Παρηγορική ή Ανακουφιστική Ιατρική (Palliative Medicine), διεθνής επιστημονικός κλάδος, όλως αρτισύστατος.
    Η Αναγεννησιακή ιατρική, προβάλλεται, κατά κανόνα, με το όνομα του Παράκελσου. Θα ήταν μεγάλη αστοχία εάν τον άνθρωπον αυτόν, που συνδύαζε τη φαρμακογνωσία, με τη χημεία και την αλχημεία, δεν τον χαρακτηρίζαμε φιλόσοφο. Και τούτο λόγω του ότι πίστευε πως η προσαρμοσμένη, σε κάθε άτομο, ξεχωριστά, δοσολογία φαρμάκων, ορυκτής ή φυτικής προέλευσης, περιείχε και πνευματικές δυνάμεις. Αυτές ανταποκρίνονται, κατά περίσταση, στις οργανικές ανεπάρκειες ενός εκάστου. Η φιλοσοφική σκευή του Παράκελσου γίνεται εμφανής και για έναν πρόσθετο λόγο. Ότι κατόρθωσε να αμφισβητήσει και, εν πολλοίς, να ανατρέψει τις τότε κρατούσες απόψεις του Γαληνού. Να ανατρέψει, προπαντός, αυτές οι οποίες παραλλήλιζαν, άκριτα,  ανατομικά ευρήματα σε ανθρώπους με ανατομικά ευρήματα σε ζώα, και εκείνες τις αντιλήψεις κατά τις οποίες οι ανθρώπινες αρρώστιες πρέπει να θεραπεύονται με βάση τα ενάντια,  και όχι τα όμοια.
   Χάριν συντομίας, ας περάσουμε στους δικούς μας, μετανεοτερικούς χρόνους. Εδώ, η ιατρική ηθική αντιμετωπίζει πολλές και ιδιόμορφες προκλήσεις∙ από την οικολογική ανισορροπία και τη γεωπολιτική φύση των πραγμάτων, μέχρι τις κοινωνικές και έμφυλες διαφορές. Όλα αυτά, σε έναν διαπολιτισμικό κόσμο, οικονομικών ανισοτήτων, πυροδοτούν πρόσθετα κρούσματα παθήσεων, στα ήδη υπάρχοντα, αλλά και νέον τύπο ασθενειών. Ο ιατρικός κόσμος αμύνεται με την υπερεξειδίκευση, τις νέες τεχνικές – οι οποίες στις ημέρες μας έχουν τα δικά τους γενέθλια – και την απανταχού μετάβαση των αντιπροσώπων του, προς μετρίαση της οδύνης ή την καθυστέρηση της σωματικής φθοράς. Πολλές φορές, ωστόσο, η θεραπευτική τακτική είναι περισσότερο έκδηλη με αυτά που δεν διαλαλεί και λιγότερο με όσα διαφημίζει. Μιλάμε για το ασίγαστο ενδιαφέρον του θεράποντα ή του νοσηλευτή στον πόνο του ασθενή. Ένα ενδιαφέρον, το οποίο συμφύρεται με το ήθος της επιστήμης, που διακονεί, και το οποίο δεν υφίσταται, με οδηγίες χρήσεως, σε καμία βιβλιογραφία. Το ήθος τούτο, πηγάζει  πρωτίστως από τη φιλοσοφική αυτοσυνειδησία, του εμπλεκομένου στην αποκατάσταση υγείας, και την κλασσική του παιδεία. Του είναι μάλιστα τελείως απαραίτητο, για να εφαρμόσει τα θεραπευτικά πάνδεινα, σε ανθρώπους που νοσούν. Αυτή λοιπόν η φιλοσοφική δι – ερώτηση, στον τρόπο άσκησης μιας θεραπείας, είναι που κάνει τη δημιουργική διαφορά, ανάμεσα στην ιατρική περίσκεψη και το ιατρικό παραλήρημα.  Άλλωστε, γνωρίζουμε, ότι όπου το πρωτεύον απουσιάζει, το δευτερεύον παραφέρεται.     
 
3. Φιλοσοφία και επιστήμες της φύσης.
Εάν υπάρχει κάτι που χαρακτηρίζει τις επιστήμης της φύσης είναι ότι – σε αντίθεση με άλλες – δεν πάσχουν από τη νόσο της μεγαλοστομίας.  Εάν δεν έχουν κάτι να πουν, δεν μιλάνε. Παρόλο που έχουν να κάνουν αρκετές φορές με μια χύδην αταξία ή τυχαιότητα, η ίδια η λογική τους συνδέεται αναγκαστικά με αρχές, οι οποίες την συγκροτούν ως ομάδωση γνώσεων. Σύστοιχα άλλα όχι πανομοιότυπα, στην ομαδοποίηση αυτή, αναπτύσσονται ξέχωρα ρεύματα και τάσεις, οι οποίες περιγράφουν και, σε πολλές περιπτώσεις, εξηγούν τις φυσικές διεργασίες. Στο σημείο αυτό, διαδραματίζει καίριο ρόλο, η δεσπόζουσα σημασία της επινόησης.  Η επινόηση, ως οντότητα, είναι μεθοδική, καθότι απορρέει από τη δημιουργικότητα νοητικών δεξιοτήτων, χωρίς να χρησιμεύει μόνον στην επιβεβαίωση μιας οπτικής του κόσμου αλλά και ,όπου δει, να ενθαρρύνει την αναθεώρησή της από άλλες. Με τον τρόπο αυτόν, οι πειθαρχίες της φύσης (φυσική, χημεία, βιολογία, μηχανολογία…), δεν συνδράμουν τόσο στο να αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα όσο στο να την κατασκευάζουμε.
    Διαπιστώνουμε, κατά συνέπεια, πως ο διακριτός δεσμός ανάμεσα στο ανθρώπινο τέχνημα και την περιβάλλουσα φύση, είναι αποτέλεσμα συστηματικής αξιοποίησης ιδιοτήτων της σκέψης, η οποία (αξιοποίηση), στις πλείστες όσες των περιπτώσεων, αποδεικνύεται λυσιτελής. Εάν ισχυριζόμασταν ότι η δαψίλεια των τεχνημάτων (μηχανές κάθε είδους, διαστημικές αποστολές, ηλεκτρονικές συσκευές…), συνιστά τεκμήριο πολιτισμού και ανάπτυξης, τότε αναμφίβολα η φυσική διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία στην πρόοδο αυτή. Η σημαντική συνεισφορά της φυσικής φιλοσοφίας, στην προκειμένη περίπτωση, έγκειται στο ότι δεν προβαίνει απλώς σε μια συναρμογή υπαρχόντων φαινομένων και σωμάτων, αλλά δημιουργεί νέες ύλες από την κατεργασία των υπαρχουσών. Πιο πρακτικά, σε επίπεδο καθημερινότητας, όποια και εάν είναι η μελαγχολική αίσθηση, που γεννά η αναπόληση της μολυσμένης θάλασσας, του δηλητηριασμένου ποταμού, του καμένου δάσους, δεν μπορεί να αποσπαστεί από την αίσθηση της λυτρωτικής παντοδυναμίας που μας κατακλύζει, λόγω της ολοένα ανοδικής πορείας των επιστημών της φύσης. Συνάμα, οι ίδιες, οι επιστήμες της φύσης, έχουν μιαν ιδιοτυπία, που τις καθιστούν, εντελώς, φυσιοκεντρικές από τη μια και, κυριολεκτικά, ανθρωποκεντρικές από την άλλη. Άλλο πράγμα είναι να χρησιμοποιείς τη φύση ως αυταξία, δοκιμάζοντάς την επιστημονικά και κάνοντας ανακαλύψεις, και άλλο να τη υιοθετείς ως μέσον, με άξονα αναφοράς τον ίδιο τον άνθρωπο. Στη δεύτερη περίπτωση, χρησιμότητα και ωφελιμότητα εναλλάσσονται, ανάλογα με τον τρόπο που διαχειριζόμαστε τα επιτεύγματα. Ο άνθρωπος μολονότι ζει για να ευτυχήσει,  δυστυχώς, πολλές φορές, χάνει το ενδιαφέρον για ζωή, λόγω της υλικής υπερεπάρκειας. Ας το πούμε και διαφορετικά. Καίτοι ζούμε για την απόλαυση, η ίδια η ικανοποίηση της ηδονής, σημαίνει και το τέλος της συγκεκριμένης επιθυμίας.
   Είναι γνωστό, ότι οι ειδικοί της γενεαλογίας των χρονικών περιόδων, ταξινομούν πλέον τις εποχές με βάση τα χρησιμοποιούμενα υλικά που οι ίδιες διαθέτουν. Έτσι έχουμε, την εποχή του λίθου, εποχή του χαλκού, εποχή του σιδήρου, και πάει λέγοντας. Η εποχή μας, κάλλιστα θα μπορούσε να αποκληθεί, ως η εποχή της πλαστικής ύλης ή των πυριτικών υλικών. Με παρεμφερή τρόπο και πνεύμα, θα μπορούσαμε να πούμε πως οι διαδοχές αυτές, καθρεφτίζουν τη σταδιακή εξέλιξη της ανθρώπινης διάνοιας και του βιολογικού της υποστρώματος. Το όλο τούτο σκεπτικό, επιβεβαιώνει τη διαρκή προσπάθεια μας να ελέγχουμε κάθε φορά τη φύση, χάρη στα μέσα, τα οποία διαθέτουμε. Κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται εξαιτίας του ότι ο φιλοσοφικός γνώμονας, έχει αναχθεί σε δεσπόζον όργανο προσανατολισμού στη διαδικασία διερεύνησης. Ανέκαθεν, η διάνοια μαθητεύοντας στον χρόνο και τη φύση, αποκτά όλο και πιο συνεκτικούς δεσμούς με την πραγματικότητα. Θεωρίες, ιδέες, αντιλήψεις και πεποιθήσεις, αλλάζουν και ο φιλόσοφος νους καλείται να διερωτηθεί πότε αυτά λειτουργούν ως δείκτες πρωτοπορίας και πότε ως παρωπίδες. Η απόσταση που διανύθηκε, ή καλύτερα που διανύεται, ανάμεσα στον αφηρημένο θεωρητικό λογισμό και την πρακτική διαίσθηση του νου, απεικονίζει την ανέλιξη της διάνοιας, προκειμένου αυτή να εκφράσει τους ζωτικούς ρυθμούς του μετασχηματισμού της.  
 
4. Επίλογος
   Στις γραμμές που προηγήθηκαν, προσπαθήσαμε, δια βραχέων, να δείξουμε με ποιό τρόπο το φιλοσοφείν διατρέχει ορισμένες από τις πιο επίκαιρες επιστήμες του καιρού μας. Θεολογία, επιστήμες υγείας και φυσικές επιστήμες, γνωρίζουν τώρα, αναπόφευκτα, μια νεότερη κοινωνική σταδιοδρομία. Σύγχρονα θέματα, όπως αυτά, φερ` ειπείν, της βιοηθικής, της αναβάθμισης των υπηρεσιών υγείας, και της καθολικότητας της τεχνικής,  - ζητήματα δηλαδή τα οποία συμβάλλουν αποφασιστικά στη διακυβέρνηση της κοινωνίας, - αναμένουν συνεχή ανταπόκριση.  Όχι ότι, μέχρι στιγμής, δεν έχει μεσολαβήσει καμία απάντηση. Οι εφεξής, όμως αντιδράσεις, εκ μέρους της επιστήμης και του στοχασμού, θα είναι περισσότερο συγκλονιστικές, λόγω του ότι η, από καιρούς, θρυλούμενη ‘κατάκτηση της φύσης’, από, απλό ρητορικό σχήμα, μετατρέπεται σε ακατάσχετο ρεαλισμό. Το ενδεχόμενο τίμημα, είναι κατά πόσον ο άνθρωπος, έχει τις ηθικές αντοχές να υποστεί μια απώλεια, σε επίπεδο φυσικών ενδιαιτημάτων, τα οποία  ανέθρεψαν και στη συνέχεια περιέθαλψαν βιολογικά είδη, που συμπληρώνουν την παρουσία του στη γη. Η καχύποπτη, εκ μέρους μας, υπενθύμιση είναι ότι η σωματική παρακμή, αναρρώνει με τα σκευάσματα της επιστήμης, ενώ η ηθική καχεξία, δυστυχώς, παλεύει ιδίαις δυνάμεσι!     
 
5. Βιβλιογραφικές αναφορές
Μοσκοβιτσί, Σ., Τεχνική και Φύση στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. Δοκίμιο για την Ανθρώπινη Ιστορία της Φύσης, μτφ., Δ. Κοσμίδης, Νεφέλη, Αθήνα, 1998.  
 Νικολαϊδης, Α.,  Κοινωνικοπολιτική Επανάσταση και Πολιτική Θεολογία, Τέρτιος, Κατερίνη, 1987
 Παπαδόπουλος, Γ.,  (Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια), Παράκελσος. Ο Λαβύρινθος των Πλανημένων Ιατρών.  (Labyrinthus Medicorum  Errantium), Παπαζήσης, Αθήνα, 2002.
 Φαραντάκης, Π.,  «Ιατρική ηθική και ανθρωπισμός. Ένα παράλληλο οδοιπορικό;», δημοσιευμένο στο ηλεκτρονικό, επιστημολογικό, περιοδικό: Αντίφωνο (27 – 01 – 2017)
 Φαραντάκης, Π. «Η φύση και η προστασία της. Ηθική υποχρέωση ή επιστημονική αναγκαιότητα;», άρθρο, δημοσιευμένο στον συλλογικό τόμο: Άνθρωπος και Φύση, Διεθνές Κέντρο Φιλοσοφίας και Διεπιστημονικής Έρευνας, Αθήνα, 1992, σσ. 88- 98.
 
Σημειώσεις

1. Πβ.. Α. Νικολαϊδης, Κοινωνικοπολιτική Επανάσταση και Πολιτική Θεολογία, Τέρτιος, Κατερίνη, 1987
2. Β. Το άρθρο του Π. Φαραντάκη, «Ιατρική ηθική και ανθρωπισμός. Ένα παράλληλο οδοιπορικό;», δημοσιευμένο στο ηλεκτρονικό, επιστημολογικό, περιοδικό: Αντίφωνο (27 – 01 – 2017)
3. Βλ. Γ. Παπαδόπουλος (Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια), Παράκελσος. Ο Λαβύρινθος των  Πλανημένων Ιατρών.  (Labyrinthus Medicorum  Errantium), Παπαζήσης, Αθήνα, 2002.
4. Σ. Μοσκοβιτσί, Τεχνική και Φύση στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. Δοκίμιο για την Ανθρώπινη Ιστορία της Φύσης, μτφ., Δ. Κοσμίδης, Νεφέλη, Αθήνα, 1998, σσ. 94 – 95.
5. Αυτόθι, σ. 94.
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του, βρετανού, Henry Jamyn Brooks.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου