Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Η Θεολογία τού 60 και Αναταράξεις Γόνιμοι στοχασμοί από το περιοδικό Σύναξη, με αφορμή το ομώνυμο τού τίτλου βιβλίο Πηγή: Περιοδικό "Σύναξη", τ. 113


 
Τα τελευταία χρόνια συντελείται στον Ορθόδοξο ελλαδικό χώρο μια κοσμογονία, μια εκρηκτική ανανέωση της Θεολογίας με πρωτόγνωρη, για τα δεδομένα του χώρου, εικονοκλαστική και (αυτο)κριτική διάθεση·
αρθρώνεται ένας νέος θεολογικός λόγος έντιμος με την κοινωνική πραγματικότητα και την ιστορία, ασυμβίβαστος με τα κατά συνθήκη, λεγόμενα, ψεύδη του εκκλησιαστικού βίου και αποφασισμένος, καθώς φαίνεται, να χώσει πολύ βαθιά το νυστέρι της κριτικής έρευνας στα δημοφιλή μας ιδεολογήματα – στις αναπαυτικές νοητικές φυλακές όπου ασμένως και κατά παράδοση επιλέγουμε να αποσυρθούμε, σαν άτομα και σαν λαός, προκειμένου να αποφύγουμε την τραυματική επαφή με όλα όσα εκπίπτουν της παρελθοντολαγνείας μας και εξαναγκάζουν σε σοβαρή σκέψη, προσιδιάζουσα σε ολοκληρωμένες και ανεξάρτητες πνευματικά οντότητες: ήγουν, τα αποσιωπημένα έλκη του εκκλησιαστικού βίου και της ιστορίας μας, την προσωπική ευθύνη για τον αναγκεμένο συνάνθρωπο, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την καταλυτική εισβολή της ετερότητας και κάθε μορφή του πραγματικού που αρνείται να υποκλιθεί στον ψευδαισθητικό φυλετικό μεσσιανισμό και τη συλλογική μας αμετροέπεια, ως Ελλήνων και Ορθοδόξων.
Σημαντικός καρπός και πρώτο σημείο συνάντησης των ενιστάμενων αυτών φωνών είναι ο πρόσφατα δημοσιευμένος τόμος με τίτλο  Αναταράξεις στη μεταπολεμική Θεολογία: Η «Θεολογία του ‘60», που κυκλοφόρησε το 2009 από τις εκδόσεις Ίνδικτος. Ο τόμος απαρτίζεται από τις άκρως ενδιαφέρουσες, αν όχι και συναρπαστικές (για όσους συμμερίζονται παρόμοιες αγωνίες), εισηγήσεις που ανακοινώθηκαν και συζητήθηκαν στο ομότιτλο συνέδριο που διοργανώθηκε από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών και το περιοδικό Σύναξη τον Μάιο του 2005, στον Βόλο.

Ηθική και Ηθικισμός Η Ηθική του Ορθόδοξου βιώματος Βασίλης Μπακούρος


Ηθική και Ηθικισμός

Η Ηθική του Ορθόδοξου βιώματος
Βασίλης Μπακούρος
Όλη η Ορθόδοξη ηθική με δυο λόγια: «Όποιος αγαπάει είναι κατά αριστοτελική λογική αναγκαιότητα ενάρετος και συνακόλουθα σώζεται!»
Πηγή: Περιοδικό "Τρίτο Μάτι" Νο 140, Απρίλιος 2006, σελ. 58-62.
Μόνο ο ενάρετος μπορεί να είναι ευτυχισμένος! Καμία αρετή δεν είναι κληρονομική και αυθύπαρκτη. Όλες είναι αποτέλεσμα διδασκαλίας και εξάσκησης! Δεν είναι ο ηθικός που πράττει ενάρετες πράξεις. Όποιος πράττει ενάρετες πράξεις είναι ηθικός Αρετή, τελικά, είναι η έξη εκείνη που βοηθά τον εκάστοτε άνθρωπο να πραγματώσει το δικό του έργο («αφ' ης ευ το εαυτού έργον αποδώσει»). Γι' αυτά και μόνο τα λόγια του Αριστοτέλη δικαιούται κάθε Έλληνας να νιώθει περήφανος...
Σ' αυτή την Ηθική βασίστηκε η ηθική της Ορθοδοξίας. Όλες οι άλλες πήγες παράγουν ηθικισμό!

Η μελέτη αυτή δεν θα ασχοληθεί με την καταγραφή των ηθικών κανόνων και κυρίως των απαγορεύσεων στις οποίες υπόκειται ο ορθόδοξος. Αυτές οι απαγορεύσεις/οριοθετήσεις προκύπτουν από ένα σύστημα αρχών, κατά βάσει φιλοσοφικού χαρακτήρα, το οποίο όμως στην ιστορική πορεία του Ελληνισμού περιέπεσε σε λήθη, για λόγους που θα αναδειχθούν παρακάτω. Η ορθόδοξη ηθική έτσι, σταδιακά εγκλωβίστηκε και κατέληξε σε ένα φορμαλιστικό τυπολατρικό σχήμα, που δημιουργούσε αντιστοίχως βίωμα καθηκοντολογικό, χαρακτηριστικό του ανδράποδου και όχι του ορθόδοξου πιστού...
1. Η αριστοτελική κληρονομιά της ορθόδοξης ηθικής
 Αναφερθήκαμε στο ελληνικό φιλοσοφικό υπόβαθρο της ορθόδοξης ηθικής. Πρόκειται για μία μάλλον φυσιολογική καταγωγή, αφού οι Έλληνες Πατέρες κυρίως οι Καππαδόκες είχαν εντρυφήσει στην αρχαιοελληνική σκέψη και, ιδιαιτέρως, στον Αριστοτέλη. Το αξιοσημείωτο ήταν ότι η σχέση αυτή δεν περιοριζόταν στην απλή αναπαραγωγή του αριστοτελικού σκέπτεσθαι, αλλά αφορούσε τον λογικό τρόπο οργάνωσης και σύλληψης του εαυτού τους, του Κόσμου, αλλά και του χριστιανικού Θεού. Πλήθος όρων π.χ.: δύναμις (δυνατότητα), τέλος (σκοπός), προς ημάς (υποκειμενικά) κατ' αυτό το πράγμα (αντικειμενικά) κ.ά., και μαζί με αυτούς τους όρους τα εννοιολογικά τους φορτία διαμορφώνουν ένα οργανωμένο σύστημα σύλληψης ειδικά του Θεού.
Ασφαλώς  οι  Πατέρες προσεγγίζουν  τον Αριστοτέλη κριτικά. Ωστόσο, το φιλοσοφικό του όργανο ήταν πρόσφορο ως τέτοιο, δηλαδή ως όργανο, γιατί είχε εμπειρικό χαρακτήρα και οι Πατέρες επεδίωκαν ακριβώς μία εμπειρική βιωματική γνώση  του  Θεού, και όχι απλώς τη γνωστική Του ενατένιση, όπως για παράδειγμα οι Νεοπλατωνικοί.
Βέβαια, το βίωμα του Θεού για τους Πατέρες είχε προσωποποιηθεί στον Ιησού και περαιτέρω είχε περιγραφεί στα Ευαγγέλια. Επομένως, η αριστοτελική μέθοδος δεν αποκάλυπτε πλέον κάποια φυσική εμπειρία, αλλά ερμήνευε μία υπερφυσική αποκάλυψη, ώστε αυτή να καταστεί κοινό ανθρώπινο βίωμα. Αυτό ήταν το νόημα του αποφθεγματικού παραδείγματος του Μεγάλου Βασιλείου, ότι η Χριστιανική σκέψη συνιστά οίνο νέο σε ασκούς παλαιούς!
Σε επίπεδο ηθικής (φιλοσοφίας), η αριστοτελική σκέψη είχε ήδη κάνει, από τον 4ο αιώνα π.Χ., σημαντικά βήματα και τα συμπεράσματά της ήταν ευρέως αποδεκτά. Συγκεκριμένα, σε δύο κυρίως έργα του - στα «Ηθικά Νικομάχεια» και στα «Πολιτικά» - ο Αριστοτέλης είχε αναζητήσει και είχε προσδιορίσει όχι μόνο τον όρο αρετή, αλλά και αυτή καθεαυτή τη φύση της ηθικής συμπεριφοράς, Σκοπός, βέβαια, του Αριστοτέλη δεν ήταν να περιγράψει μία δεδομένη συμπεριφορά, αλλά να διαμορφώσει και να καταξιώσει ένα κώδικα δεοντολογίας λογικά κατοχυρωμένο. Αυτός ο κώδικας θα αποτελούσε το πλαίσιο αρχών δράσης του πολίτη και όχι γενικά του Ανθρώπου. Δηλαδή στόχος του Αριστοτέλη ήταν μάλλον η κοινωνικοποίηση και όχι, πρωτίστως, ο εξανθρωπισμός.
Αυτή η διαπίστωση δεν μειώνει διόλου την ανθρωπιστικό χαρακτήρα της αριστοτελικής ηθικής. Και τούτο γιατί έδωσε στον ηθικό κώδικα που συστηματοποίησε, αντικειμενική, δηλαδή λογικά προσδιορισμένη, διάσταση.
Ο Άνθρωπος, για τον Αριστοτέλη, οφείλει να ζει με ένα συγκεκριμένο τρόπο: κατά λογική αναγκαιότητα, και όχι επειδή αναπαράγει μιμητικά μία παράδοση ή υποδουλώνεται σε ένα πρότυπο.
Αν και κατεξοχήν ορθολογιστής, ο Φιλόσοφος έδωσε πρώτος στην Ηθική, βιωματική διάσταση και όχι νοησιαρχική. Με άλλα λόγια, η ηθική δεν αποτελεί ιδεολογικό σύστημα (όσο και αν περιγράφεται συχνά με αφηρημένες έννοιες, π.χ. καλοσύνη, κακία, αρετή, κ.λ.π., αλλά τρόπο ζωής.
Ως σκοπός αυτού του τρόπου ζωής. ορίζεται από τον Αριστοτέλη η ευδαιμονία. Στον όρο αυτό, με την προφανή ετυμολογικά θεολογική καταγωγή (ευ-δαίμων = θεός), παρέχεται πλέον νέο εννοιολογικό φορτίο: "Η ευδαιμονία εστί ψυχής ενέργεια τις κατ' αρετήν τελείαν" [: η ευδαιμονία είναι ενέργεια της ψυχής σύμφωνα με τους κανόνες της τέλειας δηλαδή της ολοκληρωμένης αρετής, (Ηθ. Νικ. Α 9,25-26)].
Η ανθρώπινη λοιπόν ευτυχία δεν εξαρτάται πια από την ανεξιχνίαστη βούληση κάποιου κακοποιού η αγαθοποιού δαίμονος, αλλά είναι προϊόν εκείνης της ψυχικής δυναμικής η οποία συμμορφώνεται με την αρετή και μάλιστα την ολοκληρωμένη αρετή. Με άλλα λόγια ο Αριστοτέλης τονίζει ότι ο μη ενάρετος δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος (ευδαίμων)!

Η «απόσυρση του Χάιντεγκερ», ο λόγος και το πρόσωπο Δημήτρης Γ. Ιωάννου


Αναδημοσίευση από: http://antifono.gr/portal
 
Τι συμβαίνει άραγε όταν προσπαθώ να λύσω ένα γεωμετρικό πρόβλημα, που περιλαμβάνει κάποιο σχήμα, πχ ένα τετράγωνο;
Ο Χάιντεγκερ θα μας έλεγε ότι, κοιτάζοντας αυτό το τετράγωνο, αισθάνομαι την «ανοικείωση», την «απόσυρση» δηλαδή των πραγμάτων. Και αυτό γιατί τα γεωμετρικά σχήματα θεωρούνται εν γένει «παράγωγα», αφαιρέσεις της επιστήμης, που προκύπτουν ως αποτέλεσμα της υπαρκτικής «βλάβης» με τον κόσμο. Όταν βαδίζω προς τα μπροστά, γιατί πχ θέλω να φτάσω ένα ποτάμι και να πιω νερό, δεν έχω ιδέα ότι ακολουθώ μια ευθεία. Αν βρω μπροστά μου ένα εμπόδιο, θα αναγκαστώ να στρίψω, πράγμα που σημαίνει ότι ο δρόμος μού γίνεται ανοίκειος, και τότε εννοώ τι θα πει «ευθεία». Παρομοίως και με το τετράγωνο, προκύπτει από έναν συνδυασμό πολλών ανοικειοτήτων, που περιλαμβάνουν βέβαια την πρώτιστη ανοικειότητα που λέγεται «ευθεία γραμμή» (πάντα, εννοούμε, ως θεωρητική κατασκευή). Γενικά, η απόσυρση των πραγμάτων, εδώ του «δρόμου», συντελεί ώστε να εμφανιστεί η θεωρία, και, εργαζόμενος «λογικά», λύνω το οποιοδήποτε προκύπτον πρόβλημα. (Για την εν λόγω προσέγγιση του Χάιντεγκερ, δες Hubert Dreyfus, Being-in-the world,  A Commentary on Heidegger’s “Being and Time”, MIT, 1999)

Λόγοι των όντων: Το γίγνεσθαι των όντων δια των λόγων τους (3ο μέρος) Πώς τα όντα επιτυγχάνουν τον λόγο ύπαρξής τους Παύλος Κλιματσάκης



Πηγή: Aντίφωνο
Αναδημοσίευση από: http://antifono.gr

Σε αυτό το τρίτο μέρος θα ασχοληθούμε με την διδασκαλία του Μαξίμου σχετικά με το γίγνεσθαι των όντων δια των λόγων τους, ιδίως του ανθρώπου και βέβαια σε αναφορά προς την εσχατολογική προοπτική αυτού.
Πρώτα από όλα ο π. Νικόλαος εκθέτει την «φιλοσοφία της κινήσεως» του Μαξίμου. Σύμφωνα με τον ιερό συγγραφέα κανένα από τα κτιστά όντα δεν μπορεί να είναι ακίνητο και ατρεπές: «Διότι όλα τα εκ Θεού προερχόμενα όντα και υπάρχοντα μετά από Αυτόν, υπόκεινται στην κίνηση [και τη μεταβολή], καθώς δεν είναι αυτοκίνητα  ή αυτοδύναμα∙ και μάλιστα όχι κατά αντιδιαστολή αλλά συμφώνως προς τον λόγον, τον οποίο εναπέθεσε δημιουργικά εντός τους η αιτία που τα συνέστησε» (σελ. 217).
Αυτό σημαίνει, όπως εξηγεί ο π. Νικόλαος, ότι τα όντα δεν κινούνται κατά αντιδιαστολή προς τον Θεό [και το θέλημά Του], αλλά σύμφωνα με το θέλημά Του, τον άκτιστο δηλαδή λόγο της φύσεως τους [οι λόγοι της φύσεως των όντων ως άκτιστοι είναι θέλημα Θεού και προϋπάρχουν σε Αυτόν, προτού υπάρξουν εκτός Θεού δια της δημιουργίας του κόσμου ως ουσίες των όντων].
Η κίνηση των όντων αφορά κατά τον Μάξιμο την σχετική με αυτά Οικονομία και όχι την ουσία τους, η οποία είναι βεβαίως αμετάβλητη, σταθερή: «Όλα τα όντα αναφορικά με τον λόγο κατά τον οποίο έλαβαν υπόσταση είναι εντελώς στάσιμα και ακίνητα, όσον αφορά όμως τον λόγο τον σχετικό με την κατάστασή τους, κατά τον οποίο συστήνεται και διεξάγεται όλη η σχετική με αυτά οικονομία, όλα κινούνται και δεν μένουν στάσιμα». [παρατηρούμε ότι τα όντα λαμβάνουν υπόσταση, η οποία είναι η ατομική τους ύπαρξη σύμφωνα με κάποιον άκτιστον λόγο, ο οποίος νοείται ως ουσία τους. Αυτή η ουσία τους είναι αμετάβλητη] Ο π. Νικόλαος εξηγεί ότι η αναφερθείσα από τον Μάξιμο κίνηση, η σχετική με την οικονομία των όντων, δεν αφορά στην αλλοίωση και φθορά των όντων, αλλά αποτελεί οντολογικό τους χαρακτηριστικό. (σελ. 218) [πρόκειται δηλαδή για μια κίνηση που τα αφορά με ουσιαστικό τρόπο, αν και δεν μεταβάλλει την ουσία τους, δηλαδή τον λόγο σύμφωνα με τον οποίο υπάρχουν. Περαιτέρω η ατομική τους ύπαρξη, και δη ως μεταπτωτική, υπόκειται σε αλλοίωση και φθορά, αλλά αυτή δεν είναι η κίνηση η κατά την ουσία τους] Ο π. Νικόλαος εξηγεί ότι ο Μάξιμος διακρίνει την «προς το μη ον παράλογον φοράν» [που είναι αποτέλεσμα της πτώσεως] από την «θετικήν κίνησιν» ως ιδιότητα του λόγου της φύσεως του κτιστού [τα κτιστά όντα έχουν κίνησιν και προπτωτικά, ο δε άνθρωπος έχει έργο και προ της πτώσεως]. Η θετική αυτή κίνηση είναι «άνοδος και αποκατάστασις» του κτιστού στον θείον σκοπόν του [μετά την πτώση, βέβαια, μόνο δια του Χριστού].

Περί της υπάρξεως του Θεού και περί της δημιουργίας του κόσμου Του πρωτοπρ. Ιωάννη Σ. Ρωμανίδη (+) Καθηγητή Πανεπιστημίου


Η διαφορά της Θεολογίας από τη Φιλοσοφία, είναι ότι η Θεολογία ξεκινάει να διατυπώσει πράγματα γνωστά εξ εμπειρίας, γι' αυτό και οι διατυπώσεις της είναι αντανάκλαση του πραγματικού. Ενώ η φιλοσοφία, διατυπώνοντας σκέψεις και έρευνα "εκ των κάτω προς τα πάνω", συχνά αγνοώντας βασικά ζητήματα, καταλήγει σε ελλειπή ή εσφαλμένα συμπεράσματα.
Αυτό το θέμα είναι συνυφασμένο, κατά κάποιο τρόπο, αλλά συγχρόνως και ανεξάρτητο, από το φιλοσοφικό πρόβλημα περί της υπάρξεως του Θεού. Το φιλοσοφικά επιχειρήματα των ειδωλολατρών εναντίον της υπάρξεως του Χριστιανικού Θεού ήταν τα ίδια με τα φιλοσοφικά επιχειρήματά τους εναντίον του δόγματος περί δημιουργίας.

Έλεγαν δηλαδή οι ειδωλολάτρες: Οι Χριστιανοί λένε ότι υπάρχει Θεός δημιουργός και ότι ο Θεός αυτός είναι τέλειος. Αλλά, εάν  ο Θεός ήταν τέλειος, τότε τι ανάγκη είχε ο Θεός να δημιουργήση τον κόσμο; Η δημιουργία του κόσμου αποδεικνύει φιλοσοφικά ότι ο Θεός χωρίς τον κόσμο είναι διαφορετικός από τον Θεόν με τον κόσμο. Διότι, αν  ο Θεός ήταν τέλειος και τελείως ευδαίμων με τον εαυτό Του, είχε δηλαδή αυτοαγάπη – αν χρησιμοποιήσωμε βέβαια χριστιανικά κατηγορήματα περί αγάπης – δεν θα είχε ανάγκη να δημιουργήση τον κόσμο. Αλλά, επειδή δεν είναι τέλειος, γι’ αυτό φαίνεται ότι δημιούργησε τον κόσμο. Αυτή η χρήσις των φιλοσοφικών επιχειρημάτων εναντίον της Χριστιανικής πίστεως βασίσθηκε στην φιλοσοφική διάκρισι μεταξύ της ουσίας και ενεργείας στον Θεό.

Περί της υπάρξεως του Θεού και περί της δημιουργίας του κόσμου Του πρωτοπρ. Ιωάννη Σ. Ρωμανίδη (+) Καθηγητή Πανεπιστημίου


Η διαφορά της Θεολογίας από τη Φιλοσοφία, είναι ότι η Θεολογία ξεκινάει να διατυπώσει πράγματα γνωστά εξ εμπειρίας, γι' αυτό και οι διατυπώσεις της είναι αντανάκλαση του πραγματικού. Ενώ η φιλοσοφία, διατυπώνοντας σκέψεις και έρευνα "εκ των κάτω προς τα πάνω", συχνά αγνοώντας βασικά ζητήματα, καταλήγει σε ελλειπή ή εσφαλμένα συμπεράσματα.
Αυτό το θέμα είναι συνυφασμένο, κατά κάποιο τρόπο, αλλά συγχρόνως και ανεξάρτητο, από το φιλοσοφικό πρόβλημα περί της υπάρξεως του Θεού. Το φιλοσοφικά επιχειρήματα των ειδωλολατρών εναντίον της υπάρξεως του Χριστιανικού Θεού ήταν τα ίδια με τα φιλοσοφικά επιχειρήματά τους εναντίον του δόγματος περί δημιουργίας.

Έλεγαν δηλαδή οι ειδωλολάτρες: Οι Χριστιανοί λένε ότι υπάρχει Θεός δημιουργός και ότι ο Θεός αυτός είναι τέλειος. Αλλά, εάν  ο Θεός ήταν τέλειος, τότε τι ανάγκη είχε ο Θεός να δημιουργήση τον κόσμο; Η δημιουργία του κόσμου αποδεικνύει φιλοσοφικά ότι ο Θεός χωρίς τον κόσμο είναι διαφορετικός από τον Θεόν με τον κόσμο. Διότι, αν  ο Θεός ήταν τέλειος και τελείως ευδαίμων με τον εαυτό Του, είχε δηλαδή αυτοαγάπη – αν χρησιμοποιήσωμε βέβαια χριστιανικά κατηγορήματα περί αγάπης – δεν θα είχε ανάγκη να δημιουργήση τον κόσμο. Αλλά, επειδή δεν είναι τέλειος, γι’ αυτό φαίνεται ότι δημιούργησε τον κόσμο. Αυτή η χρήσις των φιλοσοφικών επιχειρημάτων εναντίον της Χριστιανικής πίστεως βασίσθηκε στην φιλοσοφική διάκρισι μεταξύ της ουσίας και ενεργείας στον Θεό.

Οι εκδηλώσεις του κακού ή σκέψεις με αφορμή την διήγηση του δαιμονισμένου των Γεργεσηνών πατρός Αγαθαγγέλου Κ. Χαραμαντίδη


Πηγή: http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/antairetika/cults/article1.htm 

Στα ελληνικά οι λέξεις "σύμβολον" και "διάβολος" προέρχονται από την ίδια ρίζα, και γι' αυτό εκφράζουν πολύ εντονότερα πραγματικότητες αντίθετες. Ο διάβολος (δια-βάλλω) είναι εκείνος που διαιρεί, που χωρίζει, κόβει κάθε επικοινωνία και κατεβάζει το ον στη εσχάτη μοναξιά. Αντίθετα, το σύμβολον (συν-βάλλω) συνδέει, κατασκευάζει μια γέφυρα, αποκαθιστά την επικοινωνία.
Η διήγησις του δαιμονισμένου των Γεργεσηνών φανερώνει με ανάγλυφο τρόπο την φύση του Κακού. Ο Χριστός κάνει στο δαιμόνιο μια τρομερή ερώτηση: "Τι όνομά σοι;" Για την ιουδαϊκή νοοτροπία, το όνομα ενός πράγματος ή ενός όντος εκφράζει την ουσία του, και το αρχαίο απόφθεγμα "nomen est omen" βλέπει μέσα στο όνομα την έκφρασι του προσώπου και της τύχης του. Η ερώτηση του Ιησού εσήμαινε λοιπόν: "Ποιος είσαι, ποια είναι η φύσις σου, το κρυμμένο είναι σου;" Και το διαμόνιο απαντά "Λεγεών όνομά μοι, ότι πολλοί εσμέν".
Αυτό το απότομο πέρασμα από τον ενικό στον πληθυντικό, από το "μοι" στο "εσμέν" αποκαλύπτει την δράση του Κακού μέσα στην εύθραυστη και μη συνειδητή ακόμη ενότητά του, θραύεται, σπάζει σε κομμάτια μεμονωμένα, και αυτό είναι η κόλαση. Ο ελληνικός Άδης, όπως και ο εβραϊκός Σεόλ σημαίνουν και οι δύο αυτόν το σκοτεινό τόπο, όπου, η μοναξιά καταντά τον άνθρωπο στην ακραία πτωχεία του δαιμονικού απομονωτισμού. Θα μπορούσαμε να παραστήσωμε τον Άδη σαν ένα κλουβί κατασκευασμένο από καθρέπτες· μέσα εκεί δεν μπορεί κανείς να ιδεί παρά το δικό του πρόσωπο, που πολλαπλασιάζεται επ' άπειρον και κανένα άλλο βλέμμα δεν έρχεται να το κοιτάξει.

Η ασθένεια ως υπαρξιακό γεγονός Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου


Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα "Το Βήμα» της Κυριακής" 30-8-2009.
Αναδημοσίευση από: http://www.parembasis.gr/2009/09_09_01.htm
 
Η νέα γρίπη που έγινε πανδημία και κυρίως ο πανικός και ο φόβος που δημιουργεί στους ανθρώπους φέρει στην επιφάνεια ένα μεγάλο γεγονός που έχει σχέση με τις ψυχολογικές ανασφάλειες και τον υπαρξιακό φόβο. Όλες οι υπερβολικές αντιδράσεις των ανθρώπων απέναντι σε τέτοια ζητήματα, όπως η ασθένεια, συνδέονται με τον φόβο του θανάτου.
Όταν ρωτούμε τον γιατρό για κάποια ένδειξη σοβαρής ασθένειας, δεν προσέχουμε τόσο την απάντηση που μας δίνει, αλλά προσπαθούμε με αγωνία να εισδύσουμε στην σκέψη του για να διακριβώσουμε τι ενδεχομένως μας αποκρύπτει. Και αυτή η κίνησή μας κρύβει τον φόβο του θανάτου, μήπως δηλαδή η συγκεκριμένη ασθένεια καταλήξη στον θάνατο. Έτσι, περισσότερο από την ασθένεια πρέπει να αντιμετωπισθή ο φόβος του θανάτου, ο οποίος προκαλείται από διάφορα γεγονότα και αφορμές.
Ο θάνατος είναι ένα βιολογικό και υπαρξιακό φορτίο που το κουβαλάει ο άνθρωπος από την πρώτη στιγμή της γονιμοποίησης του ωαρίου και την δημιουργία του ζυγώτη. Από τα 20.000 περίπου γονίδια που έχει ο άνθρωπος ένας αριθμός γονιδίων σχετίζονται με την γήρανση και την φθορά και οδηγούν στον θάνατο, όπως αυτά που βρίσκονται στο μιτοχονδριακό DNA. Οπότε, ο θάνατος καιροφυλακτεί μέσα μας, ακόμη και από τότε που δεν έχουν διαφοροποιηθή τα βλαστοκύτταρα και δεν έχουν σχηματισθή τα όργανα του σώματος. Αλλά και τα γονίδια που θα προκαλέσουν κάποτε διάφορες ασθένειες και αυτά κρύβουν τελικά τον θάνατο.
Ο φόβος του θανάτου ερμηνεύεται και κοινωνιολογικά, αφού η συσσώρευση υλικών αγαθών, οι ποικίλες ασφαλίσεις, τα συντάξιμα χρόνια, οι καταθέσεις κλπ., στο βάθος τους υποκρύπτουν την αντιμετώπιση των γηρατειών και τις άγνωστες συνθήκες με τις οποίες θα πεθάνουμε. Και αυτό το «πνεύμα» του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού δεν είναι ανεξάρτητο από τον φόβο του θανάτου.
Ψυχολογικοί παράγοντες συνδέονται με τον θάνατο και την αντιμετώπισή του. Όπως ισχυρίζεται ο Ιωσήφ Φέϊμπρι που ανέλυσε πρακτικότερα την «λογοθεραπεία» του Βίκτωρ Φράνκλ, οι βιολόγοι θεωρούν ότι η ζωή του ανθρώπου από την γέννηση μέχρι τον θάνατο προσδιορίζεται «από τις λειτουργίες των ενδοκρινών αδένων, από τις χημικές αντιδράσεις και από τις ηλεκτρικές φορτίσεις». Οι ψυχολόγοι ομιλούν για τις ορμές και τα ένστικτα και τις διάφορες εξαρτημένες διαδικασίες που προσδιορίζουν την συμπεριφορά μας. Όμως ο Βίκτορ Φράνκλ υποστηρίζει ότι μέσα σε όλους αυτούς τους παράγοντες διατηρείται ένας χώρος ελευθερίας και ο άνθρωπος μπορεί να προσδιορίζη το νόημα της ζωής του και να υπερβαίνη «την τραγική τριάδα της ανθρώπινης ύπαρξης», που είναι ο πόνος, ο θάνατος και η ενοχή, και μάλιστα ο θάνατος προηγείται του πόνου. Ο Πιαζέ απέδειξε ότι η μη αναστρεψιμότητα του θανάτου εμφανίζεται στην ηλικία των 8-10 ετών και συνδέεται με τις κρίσεις στην εφηβεία και τις μετέπειτα ηλικίες.

Αιωνιότητα και Χρόνος Στην Ορθόδοξη παράδοση Νικόλαος Γ. Ξεξάκης Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών



Πηγή:  Περιοδικό "Θεολογία" Τόμος 86. Τεύχος 1ο. Ιανουάριος - Μάρτιος 2015, σελ. 95-105.

1. Η αιωνιότητα τον Θεού
Ο Θεός υπέρκειται του χρόνου ποιοτικά και οντολογικά, και αυτό διότι ο χρόνος είναι ποίημα της δημιουργικής ενέργειάς Του. Ο Θεός υπάρχει και ζει αιωνίως, στην αιωνιότητα, μέσα στην οποία κινείται ο χρόνος -παρελθόν, παρόν και μέλλον.
Βασικά χαρακτηριστικά, τα οποία προσδιορίζουν την ύπαρξη του Θεού, με βάση την αγιογραφική και Πατερική Παράδοση, είναι: Το ακατάληπτο, άκτιστο, άυλο και αναλλοίωτο της θείας ουσίας, της θείας ενέργειας ή τών θείων ενεργειών και των τριών θείων υποστάσεων, το μεθεκτό της θείας ενέργειας ή τών θείων ενεργειών, το ενιαίο της Θείας Ουσίας.
Από τα ιδιώματα αυτά το άκτιστο και το αναλλοίωτο είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία δηλώνουν την υπερβατικότητα του Θεού σε σχέση προς τον κόσμο και τον χρόνο και προσδιορίζουν, με σαφήνεια, την αιωνιότητα[2].
Η υπάρχουσα πραγματικότητα διακρίνεται σε δυο βασικές και απόλυτα διακεκριμένες κατηγορίες, ποιοτικά διαφορετικές, την άκτιστη και την κτιστή, τη θεία και την κοσμική, την αγένητη και τη γενητή, την αδημιούργητη και τη δημιουργημένη. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ άκτιστου και κτιστού είναι σαφής και απαραβίαστη, όπως σημειώνει ο Μάξιμος ο ομολογητής: «ου γαρ οίον τε την αυτήν και μίαν ενέργειαν… ή φύσιν το σύνολον, θείαν εν ταυτώ και ανθρωπίνην υπάρχειν· ή Άκτιστον, και κτιστόν»[3]. Επίσης ο Γρηγόριος Παλαμάς, βασιζόμενος στον ιερό αυτό πατέρα, παρατηρεί σχετικά: «Ου γαρ ενθεωρειται … ούτε τη θεία φύσει τι κτιστόν ούτε τη ανθρωπίνη τι Άκτιστον»[4]. Ασφαλώς το άκτιστο δεν αναφέρεται μόνο στη θεία ουσία-φύση, αλλά και στις θείες υποστάσεις και τις θείες ενέργειες.

Αρχαίοι φιλόσοφοι και θεολόγοι για την αποκατάσταση των πάντων Τού σεβ. μητροπ. Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου Πηγή: Ιεροθέου Βλάχου "Η ψυχή μετά τον θάνατο"



Στους αρχαίους λαούς παρατηρείται η θεωρία περί της φθοράς και αποκαταστάσεως του κόσμου. Σύμφωνα με την άποψη αυτή ο κόσμος κινείται σε ένα ορισμένο χρονικό όριο, οπότε με διάφορα γεγονότα έρχεται η φθορά και η καταστροφή του, και στην συνέχεια αρχίζει νέα περίοδος ανασυστάσεως, ανασυγκροτήσεως και διακοσμήσεως του κόσμου. Έτσι, είχε αναπτυχθή από παλαιά η θεωρία της ανακυκλήσεως του κόσμου. Αυτή δε η εκ νέου δημιουργία του κόσμου είναι γνωστή ως παλιγγενεσία ή αποκατάσταση του κόσμου.
Τέτοιες αντιλήψεις συναντά κανείς σε αρχαίες φιλοσοφικές σχολές. Περί αυτών των θεμάτων μίλησε η προστωϊκή φιλοσοφία (Αναξίμανδρος, Πυθαγόρειοι, Ηράκλειτος, Εμπεδοκλής), η στωϊκή φιλοσοφία, ο νεοπλατωνισμός. Μέσα στην ανακύκληση του κόσμου συμμετέχει και η ψυχή του ανθρώπου, γι’ αυτό και τα περισσότερα φιλοσοφικά συστήματα κάνουν λόγο για μετεμψύχωση ή μετενσάρκωση, δηλαδή για την εκ νέου επάνοδο της ψυχής στον κόσμο για να καθαρθή. Δεν πρόκειται να κάνουμε μεγαλύτερη ανάλυση της θεωρίας της αποκαταστάσεως των πάντων, όπως αναπτυσσόταν στην αρχαία φιλοσοφία. Το γεγονός είναι ότι αποτελεί κοινό σημείο όλων των φιλοσόφων, εν συνδυασμώ με άλλες θεωρίες για την δημιουργία του κόσμου, την ύπαρξη του κακού, την δημιουργία του ανθρώπου και την μετενσάρκωση των ψυχών.
Ο Ωριγένης, ο μεγάλος αυτός θεολόγος του Γ’ μ.Χ. αιώνος, σαφώς στην διδασκαλία του ανέπτυξε την θεωρία περί της αποκαταστάσεως των πάντων. Σε πολλά σημεία ο Ωριγένης είχε επηρεασθή από την φιλοσοφία, και ήταν εκφραστής του λεγομένου εξελληνισμένου Χριστιανισμού, ενώ οι άγιοι Πατέρες εξέφραζαν τον εκχριστιανισμένο ελληνισμό.
Σύμφωνα με την διδασκαλία του Ωριγένους, οι ψυχές των ανθρώπων προχωρούν δια της καθάρσεως σε συμφιλίωση με τον Θεό. Άλλες ψυχές φθάνουν στην κάθαρση και την συμφιλίωση με τον Θεό από την παρούσα ζωή, άλλες όμως χρειάζονται περισσότερο χρόνο, γι’ αυτό και επανέρχονται εκ νέου στην ζωή, με άλλη σωματική μορφή. Έτσι, γίνεται λόγος για διαδοχικές μετενσαρκώσεις, έως ότου επιτευχθή η τελεία κάθαρση κάθε ψυχής, και ένωση με τον Θεό. Με αυτό το πνεύμα οι τιμωρίες των ασεβών και των δαιμόνων θα είναι πρόσκαιρες. Όταν όλες οι ψυχές καθαρθούν, τότε θα ηττηθή ο διάβολος, θα υποταγούν όλα στον Θεό και θα γίνη η αποκατάσταση των πάντων, θα ακολουθήση η ανάσταση των ανθρώπων με πνευματικά σώματα. Με αυτήν την άποψη όλα θα επανέλθουν στην αρχέγονη κατάσταση.

Μεσαιωνικός ορθολογισμός και βυζαντινός αποφατισμός και η εξέλιξή τους στο ρεύμα τού χρόνου Μάριου Μπέγζου



Πηγή: Συγκριτική Φιλοσοφία της Θρησκείας. Φάκελος μαθήματος. Αθήνα 1989/2000.
Μεταγραφή: Τερτυλλιανός

«Η μεταφυσική διαφοροποίηση της ανατολικής προσωποκρατίας και της δυτικής ουσιοκρατίας έχει συνέπειες στο πεδίο της λογικής και της γνωσιολογίας.
Η Βυζαντινή θεολογία αρθρώνει τον αποφατισμό και η μεσαιωνική σκέψη καταλήγει στον ορθολογισμό [...] ο αποφατισμός σημαίνει την γνωσιολογική επιφυλακτικότητα και την αυτοκριτική οριοθέτηση της λογικής. Πιο συγκεκριμένα με τον αποφατισμό υπονοούνται τα εξής στοιχεία: (α) Η αλήθεια και η γνώση είναι δύο άνισα μεγέθη, τα οποία ουδέποτε ταυτίζονται εντελώς. Η αλήθεια είναι μεγαλύτερη από την γνώση και ο λόγος διατυπώνει ένα μόνο μέρος της αλήθειας των όντων. Η αλήθεια δεν εξαντλείται στις ορθολογικές διατυπώσεις της. Η λογική δεν ορίζει εξαντλητικά, αλλά μόνο οριοθετεί ενδεικτικά. Ο ορθός λόγος είναι ο όρος και το όριο της γνώσης: δεν υπάρχει γνώση χωρίς λόγο, αλλά μόνο με το λόγο δεν γνωρίζεται η αλήθεια. Η λογική χρειάζεται, αλλά δεν αρκεί. (β) Η γνώση σημαίνει την ένωση του γινώσκοντος υποκειμένου με το γινωσκόμενο αντικείμενο. «Γνώσις κατά το εγχωρούν εστίν η μετουσία» (Γρηγόριος Νύσσης, P.G. 46, 176B). Θεογνωσία είναι η σχέση, επι-κοινωνία και συμ-μετοχή του ανθρώπου στις ενέργειες του Θεού. Η γνωστική διαδικασία δεν είναι μια κτητική-κατακτητική λειτουργία, αλλά μια μετοχική-συμμετοχική διαδικασία με αμοιβαιότητα και αλληλοπεριχώρηση: «γνόντες τον Θεόν, μάλλον δέ γνωσθέντες υπό Θεού» (9 Γαλ. 4,9).
Ο αποφατισμός δεν αποκλείει τον καταφατισμό, αλλά τον προϋποθέτει και τον εμπερικλείει: « Η αποφατική θεολογία ουκ εναντιούται ουδέ αναιρεί την καταφατικήν, αλλά δείκνυσι τα καταφατικώς επί Θεού λεγόμενα, αληθή μεν είναι και ευσεβώς επί Θεού, ού καθ'ημάς δέ ταύτα έχειν τον Θεόν» (Γρηγόριος Παλαμάς, P.G. 150, 120 5 D).
Η μεσαιωνική θεολογία ακολουθώντας διαφορετικό δρόμο υποτίμησε τον αποφατισμό και προτίμησε τον καταφατισμό μονομερώς. Η παραθεώρηση του αποφατισμού στη Δύση είχε τις ακόλουθες συνέπειες:

Η Ορθόδοξη Γνωσιολογία σε σχέση με την Πλατωνική και του Δυτικού Χριστιανισμού Συντάκτης: "Θεόδωρος Στουδίτης"




1.    Εισαγωγή
Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι οι σχέσεις και οι διαφοροποιήσεις της θεολογικής γνωσιολογίας Ανατολής και Δύσης, αλλά και η σχέση με το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα. Έτσι θα καταδειχτεί ο τρόπος και η μέθοδος με την οποία οι πατέρες της εκκλησίας βλέπουν το μυστικό πνεύμα των βιβλικών κειμένων βιώνοντάς το στην καθημερινότητά τους, αποσαφηνίζοντας το πώς οι καταβολές της δυτικής θεολογικής γνωσιολογίας επηρεάζουν την αντίληψή των δυτικών για τη σχέση του μυστικού αρχαιοελληνικού πνεύματος με τη θεολογία των πατέρων της εκκλησίας. Οι πατέρες βεβαίως χρησιμοποίησαν μία σειρά εργαλείων, γλωσσικών, εννοιολογικών και μορφολογικών έτσι ώστε να διατυπώσουν με τον πιο σαφή και κατανοητό τρόπο το βιβλικό περιεχόμενο της “Γνώσης” του Θεού. Τελικά θα καταδειχτούν εν συντομία, ποιες είναι οι θεολογικές και κοινωνιολογικές αιτίες των διαφοροποιήσεων, πού εδράζει η αδυναμία κατανόησης και ποια είναι η κατ’ ακρίβειαν σχέση των γνωσιολογικών αρχών των αρχαίων Ελλήνων και των Ελλήνων πατέρων της Εκκλησίας.
Η βασική διαφοροποίηση στον τρόπο που μελετούν οι ορθόδοξοι θεολόγοι το ζήτημα της γνώσης του Θεού σε σχέση με τη δυτική θεολογία, τη λεγόμενη θεωρία, θεοπτία, μετοχή, εμπειρία, βίωμα, όραση κ.ο.κ. έγκειται στη ριζική διάκριση που κάνει η βιβλική θεολογία μεταξύ του ακτίστου Θεού και του κτιστού κόσμου και του τρόπου που συνάπτονται οι σχέσεις μεταξύ των δύο αυτών πραγμάτων. Από τη μία υπάρχει ο Θεός, ο οποίος είναι άναρχος και αιώνιος, συνάμα δε απρόσιτος, ανερμήνευτος, ακατάληπτος[1] και από την άλλη πλευρά υπάρχει η δημιουργία, ο νοητός και αισθητός κόσμος, που όμως ποτέ δε νοείται ως άυλος[2], αλλά ως ασώματος και υλικός[3]. Σε αυτή τη σχέση βέβαια σήμερα υπάρχουν ουκ ολίγες δυστυχώς παρανοήσεις, οι οποίες προκύπτουν όπως θα καταδειχτεί αφενός από την παγιωμένη ορολογία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και διανόησης και από την άλλη, την αδυναμία να κατανοηθεί σε βάθος η έννοια των ακτίστων ενεργειών[4], κατά τους ανατολικούς πατέρες, οι οποίοι με τη θεολογική παραδοχή αυτή και συνάμα την κτισιολογία τους παγιώνουν μία θεολογική γνωσιολογία ριζικά διαφορετική από οτιδήποτε άλλο είχε εμφανιστεί μέχρι την εποχή τους.

2.    Γενητό-Αγένητο, Κτιστό-Άκτιστο
Σύμφωνα με το διαχωρισμό μεταξύ κτιστού-ακτίστου, υπάρχουν δύο ριζικά διαφορετικά πράγματα και πέραν αυτών τίποτα το ενδιάμεσο[5] [6]. Το ένα είναι ο Θεός και το άλλο είναι κτίση, δηλαδή το αιώνιο και αυθύπαρκτο Ον και τα δημιούργημά Του. Σύμφωνα με αυτή τη διάκριση έχουμε τη δυνατότητα να αντιληφθούμε και τις συνέπειες που άπτονται αυτής της παραδοχής, που ως κύριο στόχο στους Έλληνες πατέρες, δε θέλει να υπομνηματίσει απλώς την απόλυτη κυριαρχία του όντος όντος πάνω σε όλη την κτίση, αφού τη δημιουργεί από την ανυπαρξία -πράγμα το οποίο στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία δε νοείται- αλλά πρώτιστα να καταδείξει ότι ο Θεός δημιουργεί κάτι ριζικά διάφορο ως προς την ουσία του, πράγμα επίσης ξένο προς την Ελληνική σκέψη. Η κτίση ποιοτικά σε τίποτα δε μοιάζει με το Θεό, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την ύπαρξή της.
Όπως υπομνηματίζει ο Μάξιμος Ομολογητής, ο Θεός είναι ο διαρκώς παρέχων την ουσία, αλλά και τη ζωή και τη σοφία και τη θέωση στην κτίση[7]. Η κτίση επειδή προέρχεται από τροπή, θα υπομνηματίσει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, υπόκειται διαρκώς στην τάση προς αφανισμό[8]. Αλλά ο Θεός είναι Αυτός ο οποίος συγκρατεί και συγκροτεί το παν στο είναι, δηλαδή κατ ελάχιστο στην παρουσία της ουσίας του. Όπως ήδη γίνεται αντιληπτό, από τη διάκριση αυτή ενσκήπτει μία σειρά ερωτημάτων, που το περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται η διδασκαλία, αρχίζει να θέτει. Και η βασική ερώτηση είναι, με ποιο τρόπο ο Θεός ουσιώνει, δημιουργεί, συντηρεί τα πάντα στο είναι και τελικά θεώνει και οδηγεί στην προκοπή, αφού αυτό δε συμβαίνει με άμεσο ουσιαστικό τρόπο.

Πρόδρομοι στην Αλληλοπεριχώρηση Ελληνισμού και Χριστιανισμού ως μοναδικό και ανεπανάληπτο κριτήριο αυθεντικής ερμηνείας του νοήματος της Ιστορίας Δημητρίου Ιωάν. Κωνσταντέλλου Πρωτοπρ. Καθηγητού Πανεπιστημίου


Μετάφραση από τα Αγγλικά: Σταμάτιος Σ. Γανιάρης, πρωτοπρεσβύτερος.

Η παρούσα μελέτη εχρησίμευσεν ως βάσις διαλέξεως που έγινε στο Πανεπιστήμιο της Νοτίου Καρολίνας, Η.Π.Α. Χάρις εις την προθυμίαν του π. Σταματίου Γανιάρη παραδίδεται αναθεωρημένη και συμπληρωμένη εις το Ελληνικό αναγνωστικό κοινό.
            Πιστεύω ότι τόσο θεμελιώδης και πολυδιάστατη είναι η αλληλοπεριχώρησις που συνδέει τον Χριστιανισμό με τον Ελληνισμό, ώστε η παραμικρή απομάκρυνσις του ενός από τον άλλον θα επέφερε θεμελιώδη αλλοίωσι και των δύο.[i]
            Η Χριστιανική θρησκεία και ο Ελληνικός πολιτισμός τεσσάρων χιλιάδων ετών συνεδέθησαν από αυτήν ταύτην την θεμελίωσιν του Χριστιανισμού, αλλά η προετοιμασία δια την αλληλοπεριχώρησί τους είχε αρχή εις τον τέταρτο αιώνα προ Χριστού. Σ’ αυτό το θέμα οι Ορθόδοξοι θεολόγοι που συμφωνούν με την άποψι αυτή ακολουθούν τα βήματα των πρώτων Χριστιανών απολογητών, όπως του Ιουστίνου του φιλοσόφου και μάρτυρος, Κλήμεντος του Αλεξανδρέως, και των εκκλησιαστικών ιστορικών Ευσεβίου του υπό Καισαρείας και Σωκράτους του Σχολαστικού, οι οποίοι εθεωρούσαν την Ελληνική προπαίδεια ως βασικό όργανο της Θείας Οικονομίας. Οι πρώτοι Χριστιανοί απολογηταί και Πατέρες της Εκκλησίας ενεθάρρυναν την μελέτη των Ελλήνων κλασικών συγγραφέων ως στοιχειώδες κεφάλαιον της Χριστιανικής παιδείας, όχι μόνο δια την καλλιέπεια και την τέχνη της λογικής, αλλά και διότι «πολλοί εκ των Ελλήνων φιλοσόφων δεν απείχαν πολύ από την γνώσι του Θεού», καθώς γράφει, ο Σωκράτης ο Σχολαστικός.[ii]
            Η πνευματική σύνθεσις και φιλοσοφικοθεολογική αλληλοπεριχώρησις Ελληνισμού και Χριστιανισμού συνετελέσθη κατά τους πρώτους έξι αιώνας, οπόταν και διεμορφώθη η θετική στάσις του Ορθόδοξου Χριστιανισμού έναντι του Ελληνισμού καθ’ όλην την βυζαντινή και μεταβυζαντινή περίοδο.
            Αλλά ποιοι ήσαν οι πρόδρομοι και ποιες είναι οι ενδείξεις που βεβαιώνουν την συσχέτιση του Ελληνισμού και του Ορθοδόξου Χριστιανισμού; Η παρούσα μελέτη είναι μια προσπάθεια να απαντήση σ’ αυτό το βασικό ερώτημα. Αποτελείται από δύο μέρη. Εις το πρώτον, εκτίθενται τα βασικά στοιχεία που συνέβαλαν, ώστε ο Ελληνισμός να γίνη ο πρόδρομος του Χριστιανισμού. Το δεύτερον μέρος παρουσιάζει τις καταφανείς αποδείξεις της συζυγίας των δύο μετά τον δεύτερον μ.Χ. αιώνα που ευρίσκονται εις την γραμματεία και εις τας πράξεις των μεγάλων Εκκλησιαστικών Πατέρων και εις τα κείμενα των Οικουμενικών Συνόδων.

Α
            Καθ’ ον χρόνον η σχέσις μεταξύ Χριστιανισμού και Ελληνισμού παραμένει ακόμη πρόβλημα δια ορισμένες Χριστιανικές ομολογίες, δια τους Ορθοδόξους και κυρίως τους Έλληνας Ορθοδόξους, δεν είναι θέμα αμφισβητήσιμο. Αλλά ούτε και δια τις εκκλησίες που μελετούν την ιστορία του Χριστιανισμού βαθύτερα και εξετάζουν την θεολογία μέσα στα ιστορικά πλαίσια. Κατά τους Έλληνες και άλλους Ορθοδόξους θεολόγους, όπως ο Γεώργιος Φλωρόφσκι και ο Ιωάννης Μέγιεντορφ, το θέμα είχε λυθεί από τους πρώτους Χριστιανούς θεολόγους και εν συνεχεία από τους μεγάλους Καππαδόκες Πατέρες, οι οποίοι δεν επεσήμαναν ουσιαστικήν αντίθεσιν εις τα ιδεώδη και εις τις  ηθικές και θρησκευτικές αξίες του Ελληνισμού, συγκρινόμενες με τις διδασκαλίες και τα δόγματα του Χριστιανισμού. Ουδείς μεγάλος Έλληνας Πατέρας εξέφρασε το ερώτημα που προέβαλε ο Τερτυλλιανός, «Ποιες είναι δυνατόν να είναι οι σχέσεις μεταξύ Αθήνας και Ιερουσαλήμ;» Δηλαδή, η σχέσις γνώσεως και πίστεως. Για τους Έλληνες Πατέρες η μία συμπληρώνει την άλλην.

Η ψυχή του ανθρώπου στη Φιλοσοφία και στη Θεολογία Διαφορές τής Χριστιανικής θεώρησης από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη π. Ιωάννη Ρωμανίδη



Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄.  Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου.
Η «πνοή ζωής», που ζωοποιεί από την αρχή το σώμα του ανθρώπου, συνδέεται στενά με το σώμα, το εμψυχώνει και το ζωοποιεί, το συγκροτεί και το ενοποιεί. Οι Άγιοι αποκτούν εμπειρία του εμφυσήματος του Θεού με την προσευχή και, κυρίως, με την νοερά προσευχή, που θερμαίνει και κινεί όλο τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου.
Και οι αρχαίοι φιλόσοφοι ομίλησαν για την ψυχή του ανθρώπου, την ύπαρξή της, τον τρόπο συνδέσεώς της με το σώμα, την ύπαρξή της μετά τον θάνατο. Και αυτοί είχαν την γνώση ότι διαφέρει η ψυχή από το σώμα, αλλά βέβαια οι απόψεις τους ήταν εντελώς, διαφορετικές από την εμπειρία των θεοπτών Αγίων της Εκκλησίας. Οι φιλόσοφοι ομιλούσαν για την κατά φύση αθάνατη ψυχή και το κατά φύση θνητό σώμα. Αλλά αυτή η διάκριση δεν έγινε αποδεκτή από τους Αγίους Πατέρες, οι οποίοι, όπως είδαμε, διδάσκουν ότι τόσο η ψυχή όσο και το σώμα είναι δημιουργήματα του Θεού.
«Εκείνο που δεν αλλάζει, κατά τον Πλάτωνα, είναι τα αρχέτυπα. Και η ψυχή, επειδή έχει ομοιογένεια με τα αρχέτυπα, πνευματικά είναι αυτά, πνευματική είναι και η ψυχή, άϋλα είναι εκείνα, άυλη η ψυχή. Οπότε, το όμοιο γνωρίζει το όμοιο. Επομένως, είναι φυσικό, είναι η φυσική δύναμη της ψυχής να γνωρίζη αυτά τα αρχέτυπα. Εξ αιτίας όμως της φυλακίσεως της ψυχής μέσα στο σώμα, η ψυχή βρίσκει εμπόδιο το σώμα για να γνωρίση αμέσως αυτά τα αρχέτυπα, τα οποία βέβαια γνώριζε σε μία πρότερη ζωή.
Οπότε, έχουμε εξ αιτίας αυτής της αναλύσεως την λεγομένη μαιευτική μέθοδο, που ο άνθρωπος, για να γνωρίση την αλήθεια, απλώς πρέπει να την ενθυμηθή. Οπότε, υπάρχει μια λήθη, η ψυχή έχει ξεχάσει αυτά που ήξερε, οπότε πρέπει να τα ενθυμηθή. Έχουμε αυτή την περίφημη μέθοδο του Σωκράτη, την λεγόμενη μαιευτική μέθοδο, κατά την οποία ο διδάσκαλος είναι εκείνος ο οποίος εκμαιεύει ήδη υπάρχουσες γνώσεις μέσα στον άνθρωπο. Οπότε, κατ’ αυτόν τον τρόπο, η γνώση των αρχετύπων είναι έμφυτη στον άνθρωπο. Η ψυχή γνώριζε αυτά τα αρχέτυπα πριν φυλακισθή μέσα στο σώμα. Βέβαια, αυτή η πλατωνική αντίληψη μέσα στον Χριστιανισμό πήρε την μορφή περί εμφύτου γνώσεως του Θεού και του ανθρώπου».
Επίσης, ο Πλάτων υποστήριζε ότι η ψυχή του ανθρώπου ήταν εκ φύσεως αθάνατη, ενώ ο Αριστοτέλης δεν δεχόταν το «αθάνατον της ατομικής ψυχής», της λεγομένης παθητικής ψυχής.
«Υπάρχει κάποια διάκριση μεταξύ του Αριστοτέλους και του Πλάτωνος, διότι ο Αριστοτέλης δεν δέχεται την αθανασία της ατομικής ψυχής. Δεν υπάρχει αθανασία της ατομικής ψυχής. Διότι, στον Αριστοτέλη, όπως τον διαβάζουμε εμείς και οι Άραβες, υπάρχουν δυο ψυχές. Υπάρχει η ποιητική ψυχή και υπάρχει και η παθητική ψυχή.
Η παθητική ψυχή, που είναι η ατομική ψυχή, δεν είναι αθάνατη, έρχεται στην ύπαρξη με την ένωση της μορφής με την ύλη, και, όταν διαλύεται αυτή η ένωση μορφής και ύλης, διαλύεται η παθητική ψυχή και εξαφανίζεται, οπότε, το άτομο εξαφανίζεται για τον Αριστοτέλη.
Η ποιητική ψυχή είναι μία για όλους τους ανθρώπους, οπότε υπάρχει ομαδική αθανασία που είναι η αθανασία του είδους της ανθρωπότητος, αλλά όχι όμως μια αθανασία των ατόμων. Στην διδασκαλία περί γενέσεως και φθοράς του Αριστοτέλους δεν υπάρχει αθανασία. Ενώ στον Πλάτωνα φαίνεται, από τις ερμηνείες που γίνονται για τον Πλάτωνα -σε αυτό κανείς δεν μπορεί να είναι και πολύ βέβαιος για τον Πλάτωνα- για τον Πλάτωνα υπάρχει ατομική αθανασία, φαίνεται τουλάχιστον ότι υπάρχει ατομική αθανασία, και συνδέεται με την διδασκαλία του Πλάτωνος περί ευδαιμονίας.
Τώρα, στον Αριστοτέλη, εφ' όσον η ατομική αθανασία δεν υπάρχει, σημαίνει ότι προ της γεννήσεως του ανθρώπου, ο άνθρωπος ως άτομο δεν υπάρχει, και μετά τον θάνατο του σώματος, ο άνθρωπος πάλι ως άτομο δεν υπάρχει. Οπότε, η διδασκαλία του Αριστοτέλους περί ευδαιμονίας είναι η προσωρινή ευδαιμονία σε αυτήν την ζωή. Οπότε, δεν υπάρχει για τον Αριστοτέλη θέμα ευδαιμονίας του ατόμου μετά τον θάνατο. Όπως δεν υπάρχει και προ της γεννήσεως.
Για τον Πλάτωνα, όμως, υπάρχει το θέμα της ευδαιμονίας και προ της γεννήσεως του ανθρώπου και μετά τον θάνατο του ανθρώπου, εφόσον όχι μόνο υπάρχει αθανασία της ψυχής, αφού η ψυχή επιβιώνει μετά τον θάνατο του σώματος και υπάρχει μετά στην άλλη ζωή, δηλαδή, αλλά για τον Πλάτωνα, αθανασία της ψυχής συνεπάγεται όχι μόνον το ατελεύτητο της ψυχής, αλλά και το άναρχο της ψυχής. Όπως η ψυχή δεν έχει τέλος, κατά τον ίδιο τρόπο η ψυχή δεν έχει και αρχή. Οπότε, η ψυχή προϋπάρχει για τον Πλάτωνα.
Βέβαια, σε αυτά τα θέματα υπάρχει θέμα εάν είναι επηρεασμένος ο Πλάτων μέσω των διονυσιακών θρησκειών από τις ανατολικές παραδόσεις, που υπάρχει διδασκαλία περί προϋπάρξεως της ψυχής και της υπάρξεως μετά τον θάνατον, και διδασκαλίας περί μετεμψυχώσεως κλπ, που είναι σήμερα γνωστά στον Ινδουισμό, στις ανατολικές θρησκείες, φαίνεται υπήρχε στον Ζωροαστρισμό. Αλλά, υπάρχει θεωρία ότι αυτά έχουν ανατολική προέλευση, και δεν είναι μέρος του αρχαίου Ελληνικού κόσμου δηλαδή, που πιστεύεται ότι ο Αριστοτέλης τουλάχιστον είναι πιο αντιπροσωπευτικός του Ελληνικού πνεύματος».
Πάντως, οι Θεούμενοι Πατέρες δεν δέχθηκαν αυτές τις απόψεις των αρχαίων φιλοσόφων, καίτοι τις γνώριζαν από τις μελέτες τους, γιατί ήξεραν από την εμπειρία τους ότι τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.

Λέει ο Φλορόφσκυ ότι η διδασκαλία τών Ορθοδόξων Πατέρων είναι... Πλατωνική;

 

Ορθοδοξία και Πλατωνισμός
Μέρος 2ο
Πώς κάποιοι «Μάρτυρες του Ιεχωβά» επιλέγουν αποσπάσματα από κείμενα Ορθόδοξων θεολόγων για να τα διαστρέφουν και να τα νοθεύουν
Του Papyrus 52
Στο Πρώτο Μέρος τού θέματός μας, αποδείξαμε πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι η Ορθόδοξη πίστη δεν έχει πάρει κανένα δάνειο από τους Πλατωνιστές, όπως ψευδώς ισχυρίζονται οι Μάρτυρες τής Σκοπιάς, αλλά αντιθέτως, αυτοί είναι που έχουν αντιγράψει πλήθος Πλατωνικών και Γνωστικών ειδωλολατρικών δογμάτων. Επειδή όμως αυτοί εμμένουν στην απάτη τους, επικαλούμενοι Θεολόγους τού ύψους τού Φλορόφσκυ, διαστρεβλώνοντας το νόημα τών λόγων του, θεωρήσαμε χρήσιμο να τους διαψεύσουμε και σε αυτή τη δεύτερη απατηλή τους μέθοδο, τής διαστροφής αποσπασμάτων από λόγους τους. Για το σκοπό αυτό, χρησιμοποιήσαμε αυτούσιο βιβλίο τού Φλορόφσκυ, όπου Μάρτυρες τού Ιεχωβά, υπογράμμισαν με κόκκινο χρώμα σε συνεργάτη μας, τα χωρία στα οποία υποτίθεται ότι ο Φλορόφσκυ υποστηρίζει την άποψή τους. Και τα εξετάσαμε με βάση τα συμφραζόμενα και την ορθή ερμηνεία τών λόγων τού Φλορόφσκυ, για να δείξουμε για μια φορά ακόμα την απάτη τών Μαρτύρων τής Σκοπιάς!
Περιεχόμενα 2ου Μέρους
 

1. Εισαγωγικά
Είναι γνωστό ότι με τον τεμαχισμό φράσεων, μπορούμε να αναγκάσουμε οποιοδήποτε κείμενο να πει αυτό που εμείς επιθυμούμε. Κατ’ αυτό τον τρόπο, μπορούμε να δείξουμε πως η Βίβλος «δηλώνει» κατηγορηματικά ότι «δεν υπάρχει Θεός»! Το μόνο που έχουμε να κάνουμε, είναι να κόψουμε στο σημείο που επιθυμούμε το χωρίο:
«Είπεν άφρων εν καρδία αυτού ουκ έστι Θεός» (Ψαλμ. 13,1. 52,1).
Δυστυχώς, τόσο ανέντιμη είναι η τακτική στην οποία καταφεύγουν άνθρωποι χωρίς φραγμούς, οδηγούμενοι από το μίσος κατά τής Εκκλησίας, το οποίο σπέρνει στις ψυχές τους η αμερικάνικη εταιρεία χιλιαστών, «Σκοπιά».
Στο πρώτο μέρος του άρθρου μας, στο οποίο αποκαλύψαμε την απάτη των ΜτΙ, σχετικά με τούς ισχυρισμούς τους, ότι η θεολογία των Πατέρων για την ψυχή είναι δήθεν πλατωνική, είχαμε γράψει ότι οι οπαδοί της «Σκοπιάς», εδώ και αρκετό καιρό:
«χρησιμοποιούσαν τμήματα από βιβλία θεολόγων και τα διέστρεφαν για να δείξουν -αν είναι δυνατόν- ότι οι ορθόδοξοι θεολόγοι, συμφωνούν… με τη ‘Σκοπιά’», κάτι που «είναι από μόνο του […] εντελώς ασυνάρτητο και ανάξιο λόγου».
Τώρα λοιπόν, σε αυτό το δεύτερο μέρος του άρθρου, μας δίνεται η ευκαιρία να δείξουμε με ποιο τρόπο το έκαναν, και θα πάρουμε ως παράδειγμα τις διαστρεβλώσεις ενάντια στον γνωστό ορθόδοξο θεολόγο, τον Γεώργιο Φλορόφσκυ.
Πριν μπούμε στην ανάλυση -ένα προς ένα- των παραθεμάτων του Φλορόφσκυ που αλλοιώνουν οι οπαδοί της «Σκοπιάς», οφείλουμε να πούμε πως ο ισχυρισμός, ότι ο Φλορόφσκυ θα μπορούσε να υβρίζει τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, ως θεολόγους της ειδωλολατρίας και νοθευτές του ορθοδόξου δόγματος(!), αγγίζει τα όρια της χυδαιότητας...
 
2. Θα μπορούσε ένας θεολόγος, να είναι πράγματι «ορθόδοξος» και να εκφράζει τις έννοιες που ισχυρίζεται η «Σκοπιά»;
Εμείς, πιστεύουμε ότι οι οπαδοί της «Σκοπιάς» δεν μιλάνε ελληνικά…Ίσως να συνεννοούνται μεταξύ τους σε μια άλλη γλώσσα, ή να επικοινωνούν με σήματα, νοήματα, ζωγραφιές ή παντομίμα. Πάντως, το σίγουρο είναι ότι δεν μιλάνε ελληνικά οι Έλληνες ΜτΙ
Διότι αν μιλούσαν ελληνικά, θα μπορούσαμε στοιχειωδώς να συνεννοηθούμε, και εμείς θα γλυτώναμε τον πολύτιμο χρόνο μας, και εκείνοι δεν θα βρίσκονταν διαρκώς εκτεθειμένοι.
Μας λένε συνεχώς οι οπαδοί της εταιρείας χιλιαστών, ότι κάποιοι «ορθόδοξοι θεολόγοι» λένε πως το δόγμα της Εκκλησίας παρουσίασε δήθεν εξέλιξη ή διαφοροποίηση ή νοθεία ή αλλαγή -όπως θέλετε πείτε το-, εξαιτίας της ελληνικής φιλοσοφίας.
Όμως, αυτό δεν υπάρχει στην Ορθοδοξία. Δεν υφίσταται καν ως έννοια. Πώς λοιπόν, θα πει κάτι τέτοιο ένας θεολόγος που χαρακτηρίζεται ως «ορθόδοξος»;
Για να το καταλάβουν οι αιρετικοί, -ΑΝ το καταλάβουν- , ας χρησιμοποιήσουμε κι εμείς ένα ακραίο παράδειγμα:
Αν τους φέρουμε αποσπάσματα τοποθετημένα με τέτοιο τρόπο, ώστε να βγάζουν το νόημα ότι, κάποιοι ΜτΙ διδάσκουν πως δεν πρέπει να λέμε τον Θεό… «Ιεχωβά» (ή να τον καλούμε με το τετραγράμματο όνομα), τι θα έλεγαν; Δεν θα έλεγαν ότι αυτό είναι ανόητο; Δεν θα έλεγαν ότι αυτό δεν υφίσταται καν ως έννοια στους ΜτΙ; Δεν θα έλεγαν ότι όποιος τα λέει αυτά, δεν ΜΠΟΡΕΙ να είναι ΜτΙ αλλά είναι σίγουρα ‘’αποστάτης’’ από την οργάνωση;
Πολύ ωραία.
Κατά τον ίδιο ΑΚΡΙΒΩΣ τρόπο, (λέμε στους Μάρτυρες τού Ιεχωβά), σας έχουμε πει 1.000 φορές πως ισχυρίζεστε διαρκώς κάτι χωρίς νόημα:
Λέτε ότι κάποιοι «ορθόδοξοι θεολόγοι» μιλάνε για νοθεία του δόγματος από τη φιλοσοφία μέσω των Πατέρων. Αν όμως ΠΡΑΓΜΑΤΙ το λέει αυτό ο ΟΠΟΙΟΣΔΗΠΟΤΕ, τότε κακώς ονομάζεται «ορθόδοξος» διότι είναι αιρετικός, και μάλιστα με σφραγίδα γνησιότητας! Οπότε, η «Σκοπιά» βάζει την τεμπέλα «ορθόδοξος» σε κάποιον που λέει αντι-ορθόδοξες, αιρετικές αυθαιρεσίες. Θα καταλάβετε άραγε πόσο παράλογη είναι η τακτική σας;
Δεν είναι δυνατόν να ονομάζεται κάποιος «Ορθόδοξος» και να γράφει πράγματα αντίθετα από το «Συνοδικό της Ορθοδοξίας», το οποίο μας λέει:
«Οι προφήται ως είδον, οι απόστολοι ως εδίδαξαν, η εκκλησία ως παρέλαβεν, οι διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν […] αύτη η πίστις των αποστόλων, αύτη η πίστις των Πατέρων» (λειτουργικό βιβλίο «Τριώδιον», σελ. 157α).
Πρόκειται για μια αδιάσπαστη, αδιαπέραστη γραμμή η οποία είναι αδύνατο να νοθευτεί.

Είναι η διδασκαλία τών Ορθοδόξων Πατέρων... Πλατωνική;

 

Ορθοδοξία και Πλατωνισμός
Μέρος 1ο
Πώς η εταιρεία χιλιαστών, «Σκοπιά», για να μην εγκαταλείψει το αντιχριστιανικό δόγμα του θνητοψυχισμού, προσπαθεί να υποστηρίξει ότι η θεολογία των Πατέρων της Εκκλησίας για την Ψυχή, δεν είναι βιβλική αλλά… πλατωνική!

Του Papyrus 52
Οι Μάρτυρες τής Σκοπιάς, αντί να δουν τις ειδωλολατρικές Πλατωνικές και Γνωστικές απόψεις τους, κατηγορούν ψευδώς την Εκκλησία τού Κυρίου γι' αυτό που κάνουν οι ίδιοι!
Περιεχόμενα
 
1. Οι «γνωστοί-άγνωστοι» της Βικιπαίδεια
Το παρόν άρθρο, γράφτηκε επειδή η προκλητικότητα μερικών φανατικών της «Σκοπιάς», μας έκανε να ασχοληθούμε και πάλι με αυτούς, με σκοπό να ενημερώσουμε τον ανύποπτο αναγνώστη.
Πρόκειται για άτομα που είναι οπαδοί των δογμάτων της αμερικάνικης χιλιαστικής εταιρείας των «Μαρτύρων του Ιεχωβά» (συχνά θα τους αναφέρουμε ως ΜτΙ), και δρούσαν για καιρό στη διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια Βικιπαίδεια, δημιουργώντας όλα τα λήμματα που έχουν σχέση με την αίρεση αυτή, ενώ παράλληλα, προσπαθούσαν να  δημιουργήσουν προβλήματα και αλλοιώσεις σε κάθε κείμενο που παρουσίαζε τη θέση της Εκκλησίας.
Αυτοί λοιπόν, δημιούργησαν δύο blog στο διαδίκτυο όπου απέκρυψαν με δόλο τα πιστεύω τους, ώστε να αναρτούν εκεί διάφορα «άρθρα» και αποσπάσματα κειμένων, κομμένα και ραμμένα σύμφωνα με τις επιδιώξεις τους, παριστάνοντας τους «ουδέτερους» μελετητές των θρησκειών! (είναι τόσο… «ουδέτερα» τα θέματά τους, που όλα κινούνται ενάντια στην Εκκλησία, ενώ συμφωνούν 100% με τα δόγματα της «Σκοπιάς»).
Κατά την πάγια τακτική μας, δεν θα πληροφορήσουμε για τη διεύθυνση των blog. Άλλωστε έχουν μηδαμινή αναγνωσιμότητα. (Μάλιστα, κατά ένα περίεργο τρόπο, μεγάλο μέρος των επισκέψεων των blog προέρχεται πάνω από 70 χώρες του κόσμου! Προφανώς, οι οπαδοί της «Σκοπιάς» ενημέρωσαν τις οργανώσεις τους στην Ελλάδα και άλλα κράτη για να μαζέψουν επισκέψεις. Όμως δεν σκέφτηκαν πόσο αφύσικο θα φαίνεται, ένα νέο, ελληνικό blog, να έχει επισκέψεις από την Ινδία, την Αφρική και τα νησιά… Φίτζι!).
Οι οπαδοί της «Σκοπιάς» λοιπόν, ήρθαν κατ’ επανάληψη σε δύσκολη θέση στη Βικιπαίδεια, από ορθοδόξους. Τότε ακριβώς έμαθαν τι σημαίνει ο όρος «βιβλιογραφία». Δυστυχώς όμως, ακόμα και αυτό το πολύτιμο βοήθημα της επιστήμης, το χρησιμοποίησαν σύμφωνα με το δόλιο πνεύμα της «Σκοπιάς». Στο ένα από τα blog τους, βρίσκει κανείς διάφορα κομμάτια κειμένου έκτασης 10-20 σειρών είτε σε πληκτρολογημένο κείμενο είτε σε σκαναρισμένη εικόνα, παρμένα από διάφορα βιβλία (συχνά μάλιστα, από συγγραφείς που διαφωνούν κάθετα με τα δόγματα της «Σκοπιάς»), αποκομμένα όμως από τα συμφραζόμενα ώστε να βγάζουν όποιο νόημα τους βολεύει! Πρόκειται για ελεεινή συμπεριφορά προς τη βιβλιογραφία.
Για παράδειγμα, είναι τραγικό να βλέπεις κομμένο απόσπασμα που να αναφέρει απλά ότι οι Χριστιανοί υπό τον Κύριλλο Αλεξανδρείας απώθησαν τους Εβραίους εκτός της πόλης (βλ. και άρθρο περί Υπατίας), με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται σαν ένα ανεξήγητο γεγονός! Διότι, οι οπαδοί της «Σκοπιάς» απέκρυψαν το κυριότερο: ότι λίγη ώρα πριν γίνει αυτό, είχε εκτελεστεί άρτια ένα εγκληματικό σχέδιο που είχαν εκπονήσει οι ηγέτες των Εβραίων της Αλεξάνδρειας. Σε μια ενέδρα θανάτου όπου καραδοκούσε μεγάλος αριθμός οπλισμένων Εβραίων, παγίδευσαν τους Χριστιανούς με έναν ψεύτικο συναγερμό πυρκαγιάς και τους «κατέσφαξαν» όπως σημειώνει ο χρονογράφος Θεοφάνης[1]!