Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Τα «υπαρξιακά» ερωτήματα μιας νέας - ιστορικής Εκκλησίας Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου





Πηγή: http://www.imga.gr/omilies_arthra/vlaxos.htm

 Δημοσιεύουμε κατωτέρω την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που έδωσε ο Σεβασμιώτατος στο περιοδικό «Sobornost» που εκδίδει η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος (βλ. σχετικό κείμενο σελ. 11). Ο Αρχισυντάκτης του περιοδικού, Igor Radev, και οι συνεργάτες του κατόρθωσαν να συμπεριλάβουν μέσα σε 12 ερωτήσεις τα σημαντικότερα ζητήματα που κατά κανόνα αντιμετωπίζει μια Τοπική Εκκλησία σήμερα.

1.

Ερώτηση: Σεβασμιώτατε, ο κόσμος σήμερα αντιμετωπίζει την ανερχόμενη πρόκληση της παγκοσμιοποίησης. Πώς νομίζετε ότι θα πρέπει να αντιδράση σε αυτές τις τάσεις η Ορθόδοξη Εκκλησία; Η παγκοσμιοποίηση είναι μια ευκαιρία για ιεραποστολή της Εκκλησίας ή μήπως αντιπροσωπεύει μια απειλή γι’ αυτήν;

Απάντηση: Όταν ομιλούμε για παγκοσμιοποίηση, εννοούμε την μετατροπή του κόσμου σε μια ενιαία οικονομική, πολιτική και πολιτιστική επικράτεια. Έτσι, σε μερικά σημεία, η παγκοσμιοποίηση στην οικονομία έχει θετικά αποτελέσματα, αλλά, βέβαια, έχει και αρνητικά αποτελέσματα, γιατί αυξάνει την φτώχεια και τα οικονομικά προβλήματα. Η παγκοσμιοποίηση στην πολιτική, ως ενοποίηση της κεντρικής εξουσίας, δημιουργεί ποικιλότροπες πιέσεις, και η παγκοσμιοποίηση στον πολιτισμό αφανίζει τις ιδιαιτερότητες των πολιτισμών. Πέρα από αυτό παρατηρείται και μια παγκοσμιοποίηση στον θρησκευτικό χώρο, ως ενοποίηση όλων των θρησκειών και δημιουργία μιας νέας θρησκείας. Ακόμη και η παγκοσμιοποίηση που λειτουργεί ως πολυπολιτισμικότητα, οδηγεί στην γκετοποίηση και αυξάνει την βία και την καταπίεση. Οπότε, η παγκοσμιοποίηση λειτουργεί εν πολλοίς ως μια νέα τάξη πραγμάτων στον κόσμο.

Η όλη διάρθρωση της Ορθοδόξου Εκκλησίας σε Πατριαρχεία, Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, Μητροπόλεις, Ενορίες και Μοναστήρια, ενώνει τους ανθρώπους, διατηρώντας την ιδιαιτερότητά τους. Η Εκκλησία πάντοτε είχε και θα έχη προκλήσεις. Η Ορθόδοξη Εκκλησία «αντιδρά» σε αυτήν την πρόκληση με το να εκφράζη και να βιώνη την αποκαλυπτική της αλήθεια, να ομιλή για την ελευθερία, την αγάπη και την ειρήνη, να προσεύχεται για να επικρατήσουν στην κοινωνία και να ασκή μια ορθόδοξη ποιμαντική στα μέλη της. Έτσι, δεν αντιδρά σε τέτοιες προκλήσεις σπασμωδικά, αλλά ποιμαντικά, αφού προσπαθεί να βοηθήση τα μέλη της να βιώσουν στην πράξη την αποκαλυπτική αλήθεια. Και βασικά νομίζω πρέπει να σταματήσουμε να βλέπουμε γύρω μας εχθρούς, άλλωστε η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού δεν φοβάται τίποτε, αλλά να βλέπουμε ανθρώπους που έχουν αποσπασματική αντίληψη των αληθειών περί του Θεού και του κόσμου.



2.

Ερώτηση: Μια ερώτηση που απασχολεί σήμερα αρκετές τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες είναι η σχέση μεταξύ της Εκκλησίας και του Κράτους. Από τη μια μεριά βλέπουμε ένθερμες προσπάθειες πολλών Ορθοδόξων Ιεραρχών, οι οποίοι προσπαθούν πάση θυσία να διατηρήσουν τους συνταγματικούς δεσμούς του Κράτους με την Εκκλησία, αλλά από την άλλη μεριά μπορεί να τεθή το δίλημμα εάν είναι προς το συμφέρον της ίδιας της Ορθόδοξης Εκκλησίας να έχη τέτοιους συνταγματικούς δεσμούς με ένα Κράτος το οποίο στο νομικό του σύστημα αρνείται τις πιο θεμελιώδεις δοξασίες της Χριστιανικής ηθικής (όπως φαίνεται, για παράδειγμα, στη νομιμοποίηση των εκτρώσεων, της ευθανασίας, των γάμων μεταξύ ομοφυλοφίλων…). Πώς θα σχολιάζατε αυτές τις αντιτιθέμενες απόψεις;

Απάντηση: Κατ' αρχάς πρέπει να υπογραμμίσω ότι ενώ εμείς κάνουμε λόγο για σχέση μεταξύ Εκκλησίας και Κράτους, σε παλαιότερους χρόνους γινόταν λόγος για σχέση και διαφορά μεταξύ Ιερωσύνης και Βασιλείας, που σημαίνει σχέση και διαφορά μεταξύ εκκλησιαστικής και πολιτικής διοίκησης. Αυτό το τελευταίο είναι το ορθότερο.

Έπειτα, οι σχέσεις «μεταξύ Εκκλησίας και Κράτους» εξαρτώνται κάθε φορά από την ιστορική μνήμη και την πολιτιστική παράδοση κάθε λαού. Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε Κράτος μπορεί να επικρατή διαφορετική παράδοση ως προς το θέμα αυτό.

Η βάση πάντως είναι ότι κάθε Τοπική Εκκλησία θα πρέπη να διδάσκη και να εκφράζη την όλη αποκαλυπτική αλήθεια, να ζη με τον τρόπο που ζούσαν οι αποστολικές Εκκλησίες, όπως περιγράφονται στις Πράξεις και τις Επιστολές των Αποστόλων, στις οποίες υπήρχαν Απόστολοι, Προφήτες, Μάρτυρες, δηλαδή υπήρχαν μέλη που αισθάνονταν έντονα την δωρεά του Αγίου Πνεύματος και είχαν θεωτικές εμπειρίες. Καθώς επίσης το σημαντικό είναι η πολιτική διοίκηση να μη εισέρχεται στην εσωτερική ζωή της Εκκλησίας και να την ρυθμίζη με νόμους.

Γενικώς, θα πρέπη να προσέχουμε να μη εισδύση το πνεύμα της εκκοσμικεύσεως στην θεολογία, στην ποιμαντική και στην διοίκηση της Εκκλησίας. Από την άλλη πλευρά, κανένα Κράτος δεν μπορεί να είναι απολύτως «χριστιανικό», αφού θα εξαναγκάζεται να ψηφίζη νόμους αντιχριστιανικούς, αλλά τουλάχιστον θα πρέπη να σέβεται την Εκκλησία και να μη παρεμβαίνη στα εσωτερικά της.




3.

Ερώτηση: Όταν αναφερόμαστε σε θέματα βιοηθικής, η συνηθισμένη στάση του κοσμικού κατεστημένου είναι ότι αυτά είναι ηθικώς «ουδέτερα» ζητήματα της επιστήμης και ότι, συνεπώς, δεν υπάρχει χώρος για την θρησκεία ή την ηθική σε αυτά. Τι θα πρέπη να κάνη η Ορθόδοξη Εκκλησία, ως απάντηση, και πως μπορεί να φέρη μια διαφορά σε σχέση με αυτά τα προβλήματα;

Απάντηση: Πράγματι η βιοηθική είναι αντίδραση της ιδίας της επιστήμης στις ενδεχόμενες αρνητικές εφαρμογές της γενετικής μηχανικής και της μοριακής βιολογίας. Δηλαδή, η γενετική μηχανική και μοριακή βιολογία προχώρησαν σε ανακαλύψεις που είναι δυνατόν να ασκήσουν έναν ιδιότυπο ιμπεριαλισμό στην ανθρωπότητα, τον λεγόμενο γενετικό ιμπεριαλισμό και αφ' ενός μεν να καταστρέψουν τον ίδιο τον άνθρωπο, αφ' ετέρου δε να δημιουργήσουν έναν γενετικό μολυσμό στο περιβάλλον. Ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο διάφοροι επιστήμονες προσπάθησαν να θέσουν μερικά όρια στην ενδεχόμενη αυτήν καταστροφή και έτσι ανέπτυξαν την επιστήμη της βιοηθικής, η οποία συνδέει την σύγχρονη γενετική μηχανική με τις ανθρωπιστικές επιστήμες.

Υπάρχουν μερικοί βιοηθικοί επιστήμονες, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι τα βιοηθικά προβλήματα είναι επιστημονικά και δεν πρέπει να εμπλέκωνται σε αυτά οι θρησκείες. Όμως η αλήθεια είναι ότι και οι γενετιστές και οι βιοηθικολόγοι και οι θεολόγοι ασχολούνται με τον άνθρωπο, άρα έχουν κοινό σκοπό, και ο άνθρωπος είναι μια ολότητα που αποτελείται από ψυχή και σώμα. Εάν περιορίσουμε την προσοχή μας μόνον στο σώμα, τότε είναι ενδεχόμενο να εκλάβουμε τον άνθρωπο ως μια ζωντανή μηχανή και αφήνουμε άλυτα τα υπαρξιακά του προβλήματα. Είναι γνωστόν ότι παλαιότερα, επειδή η ιατρική εν πολλοίς ήταν μια μηχανιστική ιατρική, γι' αυτό αναπτύχθηκε η ψυχανάλυση, για να εξισορροπήση τα πράγματα.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον στο μήνυμα των Ορθοδόξων Εκκλησιών που εξεδόθη από το Συνέδριο που έγινε τον Σεπτέμβριο του 2000 στην Κωνσταντινούπολη υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, γινόταν λόγος για το ότι τα βιοηθικά προβλήματα πρέπει να αντιμετωπίζωνται και μέσα από την βιοθεολογία. Γι' αυτό και τελευταία πολλοί Κληρικοί, αλλά και Σύνοδοι Τοπικών Εκκλησιών, ασχολούνται με θεολογικά προβλήματα που προκύπτουν σχετικά με την αρχή, την παράταση και το τέλος της βιολογικής ζωής, αλλά και με την προστασία του περιβάλλοντος.

Φυσικά, η ορθόδοξη θεολογία δεν έρχεται σε αντίθεση με την επιστήμη, όταν στέκεται στα όριά της, αλλά αφ' ενός μεν η επιστήμη της βιοηθικής θέτει τα όρια της επιστήμης, αφ' ετέρου δε η ορθόδοξη θεολογία ασχολείται με την ποιμαντική του ανθρώπου και τον οδηγεί από εκεί που τελειώνει η επιστήμη μέχρι την θέωση.



4.

Ερώτηση: Το ζήτημα της συμμετοχής της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον αποκαλούμενο «οικουμενικό διάλογο» με ετερόδοξες Ομολογίες δημιουργεί μεγάλη ταραχή και διαφωνίες εντός της Εκκλησιαστικής κοινότητας. Ανάμεσα στην υπερενθουσιώδη εμβύθιση σ’ αυτή την επαναπροσέγγιση με τους ετερόδοξους, η οποία κατά μια έννοια ξεθωριάζει (αμβλύνει) τα όρια που χωρίζουν την Εκκλησία από τον κόσμο, και στον συχνά πολύ εύκολο σκανδαλισμό από κάθε κίνηση η οποία θεωρείται αδίκως ύποπτη ή ακόμη και συμβιβαστική για την ταυτότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως Una Sancta, ο οποίος έχει οδηγήσει κατά καιρούς στο σχίσμα, ποια είναι η σωστή στάση αντιμετώπισης αυτού του ζητήματος; Θεωρείτε ότι μπορεί να έχη οποιαδήποτε χρησιμότητα για την Εκκλησία ένας τέτοιος «οικουμενικός διάλογος»;

Απάντηση: Σήμερα επικρατούν οι δύο αυτοί πειρασμοί τους οποίους επισημαίνετε. Άλλοτε κυριαρχεί μια υπεραισιοδοξία που οδηγεί στην εκκοσμίκευση και τον δογματικό μινιμαλισμό, και άλλοτε μια αντίδραση που οδηγεί στον φονταμενταλισμό – φανατισμό.

Το θέμα όμως δεν είναι αυτός καθεαυτός ο διάλογος, τον οποίο έκαναν και οι Απόστολοι και οι Πατέρες, αλλά πρόβλημα είναι ο διάλογος που αλλοιώνει και την θεολογία ως αποκάλυψη της αλήθειας και την Εκκλησία ως το μοναδικό Σώμα του Χριστού και την ποιμαντική ως πράξη της Εκκλησίας που οδηγεί στην θέωση. Στα σημεία αυτά βρίσκεται το πρόβλημα του λεγομένου Οικουμενισμού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι Οικουμενική, δηλαδή καθολική-ορθόδοξη, αφού έχει το καθολικώς θεολογείν και το καθολικώς ζην, αλλά δεν μπορεί να είναι οικουμενιστική, δηλαδή να βιώνη έναν δογματικό μινιμαλισμό και μια εκκλησιολογική εκτροπή.

Η βάση είναι ότι σε έναν τέτοιο διάλογο μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των άλλων Ομολογιών πρέπει να τεθούν ορθόδοξες εκκλησιολογικές βάσεις και να συμμετέχουν άνθρωποι που βιώνουν εμπειρικά την αλήθεια της Εκκλησίας και οι οποίοι θα έχουν πατερικό φρόνημα και θα βλέπουν το δόγμα όχι εξωτερικά και εννοιολογικά, αλλά εσωτερικά. Αυτό σημαίνει ότι θα βλέπουν πώς απαντά το δόγμα στα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου, δηλαδή στο τι είναι ζωή και τι είναι άνθρωπος και πώς ο άνθρωπος ενώνεται με τον Θεό.

Γι' αυτό στην θεία Λειτουργία κάνουμε λόγο για ενότητα της πίστεως και κοινωνία του Αγίου Πνεύματος και όχι για «ένωση των Εκκλησιών» και κοινωνία εταιρειών, οργανώσεων, έστω και «χριστιανικών», ούτε για επικοινωνιακές ενέργειες.



5.

Ερώτηση: Ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος του Αγίου Όρους συχνά έλεγε ότι ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα που βιώνει η σύγχρονη ανθρωπότητα είναι η συνεχώς αυξανόμενη εξάπλωση των ψυχικών ασθενειών. Θα ήταν σωστό να σκεφτούμε ότι αυτές οι ασθένειες της ψυχής έχουν πνευματικό υπόβαθρο και, συνεπώς, η μόνη αληθινή ψυχοθεραπεία για αυτές πρέπει να είναι αυτή την οποία μπορεί να προσφέρη η Ορθόδοξη Εκκλησία;

Απάντηση: Οι ψυχικές και πνευματικές ανθένειες, ακόμη δε και οι σωματικές, έχουν σχέση με τα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου, δηλαδή με την απομάκρυνσή του από τον Θεό και την είσοδο του θανάτου στην ύπαρξή μας. Η αμαρτία εκλαμβάνεται ως ασθένεια πνευματική. Άλλωστε, ο σωματικός θάνατος, τον οποίο κληρονομούμε από τους γονείς και βρίσκεται στα κύτταρά μας με τα γονίδια της γηράνσεως, είναι η συνέπεια της απομακρύνσεως του ανθρώπου από τον Θεό.

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία διασώζεται αυτή η μέθοδος θεραπείας που είναι η νηπτική παράδοση, την οποία μπορούμε να την αποκαλέσουμε ορθόδοξη ψυχοθεραπεία. Άλλωστε, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η Εκκλησία είναι Σώμα Χριστού και κοινωνία θεώσεως.  Η φράση κοινωνία θεώσεως δείχνει τον τρόπο με τον οποίο βιώνει κανείς την κατά Χάρη θέωση στην προσωπική του ζωή.

Βέβαια, οι ψυχικές ασθένειες έχουν συνέπεια και στο σώμα, όπως και οι σωματικές ασθένειες επηρεάζουν και την ψυχή. Πέρα από αυτό υπάρχουν ασθένειες νευρολογικές από σωματική υπερκόπωση, ακόμη παρατηρούνται επιδράσεις δαιμονικές, καθώς επίσης ο Θεός επιτρέπει μια ασθένεια για την πνευματική βοήθεια του ανθρώπου. Γι' αυτό υπάρχουν περιπτώσεις που οι σωματικές ασθένειες βοηθούν στην πνευματική ζωή τον άνθρωπο, περισσότερο από την υγεία.

Νομίζω ότι οι Πνευματικοί πατέρες, που ασχολούνται με την θεραπεία του ανθρώπου, θα πρέπη να κάνουν την διάκριση μεταξύ σωματικών, πνευματικών, ψυχολογικών και δαιμονικών ασθενειών. Αυτή η διάκριση είναι ο σκοπός της ορθοδόξου θεολογίας. Ορθόδοξος θεολόγος είναι αυτός που διακρίνει το κτιστό από το άκτιστο, το δαιμονικό από το θεϊκό, το ψυχολογικό από το πνευματικό, το σωματικό από το πνευματικό.

Επειδή αναφέρετε τον π. Παΐσιο, έχω προσωπική άποψη ότι για διάφορες ασθένειες άλλοτε παρέπεμπε τους ασθενείς σε πνευματικούς, άλλοτε στους γιατρούς και άλλοτε στους αγίους. Πολλές φορές έλεγε: «Το παιδί θέλει άγιο» και το έστελνε στον άγιον Νεκτάριο, στον άγιο Γεράσιμο κ.α., και άλλοτε το απέστελνε σε γνωστούς του ιατρούς.



6.

Ερώτηση: Ένα βασικό πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζει η Εκκλησία στις πρώην κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης είναι, βεβαίως, το θέμα των λεγόμενων κατ’ όνομα Χριστιανών. Δηλαδή, μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού αυτών των χωρών δηλώνουν επίσημα Ορθόδοξοι Χριστιανοί, αλλά, παρ’ όλα αυτά, δεν ομολογούν την Ορθόδοξη πίστη (αντιθέτως ομολογούν είτε τον αγνωστικισμό είτε την αθεΐα) και συνεπώς δεν συμμετέχουν στην προσευχητική και λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Το μόνο που βλέπουν στην Ορθοδοξία είναι απλώς το φολκλόρ και το εθνικό γνώρισμα. Τι στάση πρέπει να τηρηθή απέναντι σε αυτούς, ιδιαίτερα αν ληφθή υπόψη ότι συχνά επιδιώκουν την επιρροή και τον έλεγχο της Εκκλησίας; Τέλος, με ποίο τρόπο θα πρέπη να προσεγγίση η Εκκλησία αυτούς τους κατ’ όνομα Χριστιανούς, ώστε να τους συνάξη στους κόλπους της;

Απάντηση: «Οι κατ' όνομα Χριστιανοί» η «οι κατ' όνομα Κληρικοί» είναι από τα βασικά προβλήματα της Εκκλησίας, διότι αυτοί δημιουργούν σχίσματα στην Εκκλησία με τα ποικίλα πάθη τα οποία τους διακρίνουν. Θεωρούν την Εκκλησία ως έναν κοινωνικό θεσμό, ως μια οργάνωση κοινωνική, ωσάν μια θρησκεία, έστω και την καλύτερη, ωσάν ένα θρησκευτικό σωματείο ή έναν εθνικό θεσμό.

Όμως πρέπει να γίνη σαφές ότι η Εκκλησία, όπως έλεγα προηγουμένως, είναι «Σώμα Χριστού και κοινωνία θεώσεως», κατά την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Είναι Σώμα Χριστού, αφού η Κεφαλή της που είναι ο Χριστός συνδέεται στενότατα με τα μέλη της δια των μυστηρίων και των δογμάτων. Επίσης, είναι κοινωνία θεώσεως, αφού τα μέλη της μετέχουν, κατά διαφόρους βαθμούς, στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θεώση.

Μέλη της Εκκλησίας τα οποία δεν ζουν μέσα σε αυτήν την προοπτική οδηγούνται σταδιακά στον αγνωστικισμό και την αθεΐα και είναι εκκοσμικευμένα μέλη, είναι άρρωστα μέλη της Εκκλησίας, έστω κι αν προφασίζονται ότι ανήκουν στην Εκκλησία.

Πρέπει να αντιληφθούμε ότι η Εκκλησία είναι ένα πνευματικό νοσοκομείο και όχι ένας ανταγωνιστικός χώρος επικρατήσεως των παθών. Οι ιατροί είναι οι άγιοι, κατ' εξοχήν δε ιατρός είναι ο Χριστός και οι Ποιμένες, οι οποίοι ενεργούν εν ονόματι του Χριστού και μέσα στα πλαίσια των αγίων επιτελούν ένα έργο θεραπευτικό. Όλοι οι Χριστιανοί πρέπει να είναι θεραπευόμενοι.

Μέσα στην προοπτική αυτή η Εκκλησία δεν μπορεί να μετατραπή σε ένα φολκλορισμό και σε έναν εθνικισμό. Ο Απόστολος Παύλος σαφώς καθορίζει ποιο είναι το έργο των Χριστιανών όταν γράφη: «λογισμούς καθαιρούντες και παν ύψωμα επαιρόμενον κατά της γνώσεως του Θεού, και αιχμαλωτίζοντες παν νόημα εις την υπακοήν του Χριστού» (Β  Κορ. ι , 5).

Τελικά, όμως, η Εκκλησία με την ποιμαντική της θεραπεύει τους Χριστιανούς σε όποια πνευματική ηλικία κι αν ευρίσκονται. Αρκεί και οι Κληρικοί να γνωρίζουν τον τρόπο θεραπείας.



7.

Ερώτηση: Επιπλέον, ενθυμούμενοι ότι το Ευαγγέλιο αρχίζει με το μήνυμα της μετανοίας, τίθεται το ερώτημα αν η μετάνοια είναι μόνο μια προσωπική εμπειρία ή αν υπάρχη η έννοια της συλλογικής μετάνοιας, όπου συμβαίνει η εσωτερική μεταμόρφωση ολόκληρων λαών; Μπορούμε να βρούμε τέτοια παραδείγματα στην ιστορία της Εκκλησίας;

Απάντηση: Η μετάνοια είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την βίωση του Ευαγγελίου της Βασιλείας των Ουρανών. Ο Χριστός άρχισε το κήρυγμά του με την μετάνοια, γιατί συνεχίζει τον διάλογο με τον άνθρωπο, ο οποίος διακόπηκε στον Παράδεισο. Εκεί ο Αδάμ διέκοψε τον διάλογο με τον Θεό με την αμαρτία και τώρα ο Χριστός δια της μετανοίας αρχίζει τον διάλογο για την επανασύναψη των σχέσεων του ανθρώπου με τον Θεό.

Η λέξη μετάνοια στην ελληνική γλώσσα δηλώνει την αλλαγή του νου.  Ο νους κατά τον ορθόδοξη διδακαλία δεν είναι η λογική, αλλά ο οφθαλμός της ψυχής. Άλλο είναι ο νους και άλλο είναι η λογική. Με την αμαρτία σκοτίζεται ο νους του ανθρώπου, οπότε με την μετάνοια αρχίζει ο φωτισμός του. Γι' αυτό στην Ορθόδοξη νηπτική διδασκαλία της Εκκλησίας γίνεται λόγος για το ότι η πορεία προς τον Θεό διακρίνεται με τις τρεις αυτές λέξεις: κάθαρση, φωτισμός και θέωση. Με την κάθαρση καθαρίζεται η καρδιά από τα πάθη, με τον φωτισμό φωτίζεται ο νους και αρχίζει η αδιάλειπτη προσευχή και στην θέωση βλέπει κανείς την δόξα του Θεού.

Επομένως, η μετάνοια είναι κατ' αρχήν προσωπική εμπειρία. Όμως είναι και συλλογική εμπειρία, γιατί όταν ολόκληρες τοπικές Εκκλησίες χάνουν την αλήθεια και την ποιμαντική τους αποστολή, πρέπει να μετανοήσουν. Γι' αυτό κάνουμε λόγο για θεολογικές και εκκλησιολογικές αμαρτίες. Έτσι πρέπει να ερμηνεύσουμε τις επιστολές του Θεού προς τους αγγέλους των Εκκλησιών, όπως περιγράφονται στα πρώτα κεφάλαια της Αποκάλυψης του Ιωάννου.

Γι' αυτόν τον λόγο δίνουμε πολύ μεγάλη βαρύτητα στην αίρεση και στο σχίσμα, διότι με την αίρεση αποκοπτόμαστε από την αλήθεια που απεκάλυψε ο Χριστός και με το σχίσμα διασπούμε την Εκκλησία του Χριστού, με φοβερές συνέπειες για την ζωή μας, διότι, όπως λέγει ο άγιος Χρυσόστομος, ούτε και μαρτύριο αίματος δεν μπορεί να σώση τον άνθρωπο, όταν ασελγή πάνω στην Εκκλησία του Χριστού.

Οπότε, η συλλογική μετάνοια είναι η επαναφορά στην δογματική αλήθεια της Εκκλησίας και η επανένταξή μας στην ενότητα των κατά τόπους Εκκλησιών.



8.

Ερώτηση: Θα θέλαμε τώρα να αγγίξουμε την ευαίσθητη ερώτηση για την σχέση μεταξύ της μοναχικής εμπειρίας και της καθολικότητας της Εκκλησίας. Γινόμαστε μάρτυρες περιπτώσεων σε ορισμένους κύκλους (ιδιαίτερα στην πατρίδα μας) όπου προβάλλεται η άποψη κάποιας ανωτερότητας της «άσκησης» και της «καρδιακής και νοεράς προσευχής», ακόμη και στο θέμα της κανονικής τάξης της Εκκλησίας και της Μιας Λειτουργίας της. Και αυτό χρησιμοποιείται σε τόσο ακραίες αξιώσεις, ώστε να δικαιολογή την απόσχιση από την Εκκλησία και την διατήρηση σχίσματος. Θα θέλαμε εν συντομία την θέση σας σχετικά με αυτό το φαινόμενο. Ειδικότερα, αν η «άσκηση» και η «καρδιακή και νοερά προσευχή» έχουν νόημα εκτός της λειτουργικής και κανονικής ενότητας της όλης Ορθόδοξης Εκκλησίας;

Απάντηση: Οι Πατέρες της Εκκλησίας, από τον άγιο Ειρηναίο και μετά, μας έχουν διδάξει ότι συνδέεται πάρα πολύ στενά η Εκκλησία με την Ορθοδοξία και την θεία Ευχαριστία. Η Εκκλησία είναι «Σώμα Χριστού και κοινωνία θεώσεως», η Ορθοδοξία είναι η ορθή διδασκαλία και ζωή της Εκκλησίας και η θεία Ευχαριστία είναι η αληθινή πράξη της Εκκλησίας. Και τα τρία αυτά συνδέονται μεταξύ τους και δεν υπερτονίζεται ή παραθεωρείται το ένα έναντι του άλλου. «Εκκλησία» χωρίς Ορθοδοξία και θεία Ευχαριστία είναι παρασυναγωγή. «Ορθοδοξία» χωρίς Εκκλησία και θεία Ευχαριστία είναι αιρετικό διδασκαλείον, και «θεία Ευχαριστία» χωρίς Ορθοδοξία και Εκκλησία είναι μια απλή θρησκευτική συνάθροιση.

Μέσα στα πλαίσια αυτά πρέπει να δούμε και την σχέση μεταξύ της άσκησης, της καρδιακής νοεράς προσευχής και της θείας Ευχαριστίας. Η θεία Ευχαριστία είναι στο κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής, γιατί δι' αυτής κοινωνούμε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, αλλά η θεία Ευχαριστία προϋποθέτει την άσκηση και την καρδιακή νοερά προσευχή. Και η άσκηση και η καρδιακή νοερά προσευχή αναφέρεται και παραπέμπει στην θεία Ευχαριστία. Ούτε η θεία Ευχαριστία γίνεται απροϋπόθετα, ούτε η νοερά προσευχή ξεχωρίζεται από την θεία Ευχαριστία. Και οι δύο αυτές ακραίες αυτόνομες καταστάσεις δημιουργούν προβλήματα εκκλησιολογικά. Ένας που ζη την άσκηση και την καρδιακή νοερά προσευχή χωρίς την θεία Ευχαριστία επηρεάζεται από νόθες και πλανεμένες καταστάσεις. Και ένας που ζη την θεία Ευχαριστία χωρίς τις προϋποθέσεις της ασκήσεως, ζη μηχανιστικά μέσα στην Εκκλησία.

Έπειτα, δεν είναι δυνατόν τα πνευματικά χαρίσματα να αναιρούν την κανονική τάξη της Εκκλησίας, την οποία συγκροτεί το Άγιον Πνεύμα, αφού Αυτό «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας», δια των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων, αλλά και ούτε εν ονόματι της κανονικής τάξεως θα πρέπη να παραθεωρούμε τα πνευματικά χαρίσματα.

Γενικά χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή στις αυτονομήσεις και τις υπερτονίσεις διαφόρων πλευρών της εκκλησιαστικής ζωής.



9.

Ερώτηση: Τις τελευταίες δεκαετίες οι κοινωνίες που θεωρούσαν ότι είναι χριστιανικές πέφτουν θύματα της πλημμυρίδας διάφορων ψευδοθρησκευτικών αιρέσεων (που εκπροσωπούνται από πολυάριθμα συστήματα γιόγκα και διαλογισμού, υστερίες για τα ΟΥΦΟ, νεοπαγανιστικές σέκτες…), όλα υπό την κάλυψη της λεγόμενης κίνησης της Νέας Εποχής. Κατά την γνώμη σας, ποιος είναι ο λόγος για την δημοτικότητα αυτών των κινήσεων και πώς πρέπει να δράση η Ορθόδοξη Εκκλησία απέναντι σ’ αυτή την «πνευματικότητα» της Νέας Εποχής;

Απάντηση: Ο λόγος για τον οποίο διαδίδονται διάφορες ψευτοθρησκευτικές αιρέσεις, οι λεγόμενες θρησκευτικές ή νεοπαγανιστικές σέκτες, στις οποίες πέφτουν θύματα και μέλη της Εκκλησίας, είναι ότι πολλοί έχουν αποδεσμευθή από την νηπτική παράδοση της Εκκλησίας μας. Ως γνωστόν η νηπτική - ησυχαστική παράδοση της Εκκλησίας που συνιστά το προφητικό, αποστολικό και μαρτυρικό φρόνημα της αρχαίας Εκκλησίας, είναι το κριτήριο εκείνο που διακρίνει αν μια ενέργεια προέρχεται από τον Θεό η από τον διάβολο.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης διδάσκει ότι οι αιρέσεις ευδοκιμούν στις περιοχές εκείνες που απουσιάζουν οι προφήτες. Γιατί οι προφήτες και οι απόστολοι γνωρίζουν να διακρίνουν την πλάνη από την αλήθεια.

Έπειτα, οι άνθρωποι σήμερα, κυρίως οι νέοι, δεν αναπαύονται με συμβατικότητες, με μια εξωτερικά ηθικιστική ζωή, αλλά αναζητούν απαντήσεις σε υπαρξιακά ερωτήματα, αναζητούν εσωτερική ειρήνη και υπαρξιακή ελευθερία.

Επομένως, εκείνο που χρειάζεται περισσότερο από κάθε άλλο στην εποχή μας, είναι η ησυχαστική παράδοση, η οποία αποτελεί την βάση του Ευαγγελίου, το πλαίσιο μέσα στο οποίο γίνεται η θεία Ευχαριστία και την ουσία του αποστολικού και πατερικού κηρύγματος. Αυτό το πνεύμα βρίσκεται διάχυτα μέσα στην Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών και στο Γεροντικό. Όταν τα κείμενα αυτά διαβάζωνται μέσα στην κανονική δομή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τότε μας βοηθούν να αποφύγουμε την πλάνη και όλα εκείνα που συνδέονται μαζί της.



10.

Ερώτηση: Οι στατιστικές λένε ότι σε ορισμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πάνω από τους μισούς γάμους καταλήγουν σε διαζύγιο. Πιστεύετε ότι εκτός από τους κοινωνικούς υπάρχουν επίσης και πνευματικοί λόγοι για την ανησυχητική διάλυση της οικογένειας στις σύγχρονες κοινωνίες και, επομένως, ποια ακριβώς στάση και μέτρα θα μπορούσε να πάρει η Ορθόδοξη κοινότητα για να αντισταθή σ’ αυτή την τάση;

Απάντηση: Η αιτία των διαζυγίων είναι τα διάφορα πάθη, τα οποία αναπτύσσονται στον άνθρωπο, όπως της φιλαυτίας, της ευδαιμονίας και του ατομισμού.

Όταν διαβάση κανείς προσεκτικά την ακολουθία του μυστηρίου του γάμου, θα διαπιστώση ότι η συμβίωση του ανδρός και της γυναικός που πρέπει να γίνεται εν Χριστώ κινείται μέσα σε ορισμένα πλαίσια. Όταν κανείς υπερβαίνη τα πλαίσια αυτά, τότε κατ' αρχάς βιώνει το λεγόμενο συναισθηματικό διαζύγιο και κατάληξή του είναι το τελικό διαζύγιο.

Είναι χαρακτηριστικό το πώς γίνεται ο λεγόμενος χορός του Ησαΐα κατά την διάρκεια του μυστηρίου του γάμου. Του ανδρογύνου προηγείται ο Ιερεύς, κρατώντας το Ευαγγέλιο και ψάλλοντας το «άγιοι Μάρτυρες, οι καλώς αθλήσαντες και στεφανωθέντες». Αυτό σημαίνει ότι τα βήματα του νέου ζεύγους θα είναι μαρτυρικά και γι' αυτό πρέπει να προηγήται πάντοτε ο Ιερεύς, ο οποίος θα τους καθοδηγή με βάση το Ευαγγέλιο. Αυτό σημαίνει ότι ο χριστιανικός γάμος έχει και την ασκητική του, που είναι η ασκητική της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Όταν δεν συμβαίνη αυτό, τότε παρατηρείται η εκκοσμίκευση του γάμου.

Οι Ορθόδοξες Κοινότητες θα πρέπη να βοηθούν τους ανθρώπους από την μικρή τους ηλικία να αποκτούν σαφή γνώση για το ποιος είναι ο σκοπός της υπάρξεως του ανθρώπου, ποιος είναι σκοπός του γάμου και ποια είναι η κατάληξή του. Διότι ο σκοπός του γάμου δεν είναι απλώς μια κοινωνική συμβίωση, αλλά είναι βίωση του παραδείσου από την γη και πορεία προς τον παράδεισο.

11.

Ερώτηση:  Ερχόμενοι τώρα στο σύγχρονο Ορθόδοξο μοναχισμό, ποιος θεωρείτε ότι είναι ο πρωταρχικός ρόλος του στις παρούσες περιστάσεις σε σύγκριση με αυτόν του παρελθόντος; Θα λέγατε ότι κάθε εποχή θέτει μια διαφορετική πρόκληση στη μοναστική κοινότητα, και, αν ναι, ποια είναι η συγκεκριμένη αποστολή της στην εποχή μας;

Απάντηση: Ο γνήσιος Μοναχισμός μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αυτός που βιώνει στο έπακρο την ησυχαστική παράδοση, για την οποία αναφέραμε προηγουμένως, και οι μοναχοί πρέπει να είναι, κατά μία παλαιά έκφραση, «οι ευαγγελικώς ζώντες».

Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν σταμάτησε ο διωγμός της Εκκλησίας τον 4ο αιώνα μ.Χ. και εισήλθε μέσα στην Εκκλησία το «πνεύμα» της εκκοσμικεύσεως, τότε αναπτύχθηκε ο αναχωρητισμός, ως αντίδραση σ' αυτό το «πνεύμα» της εκκοσμικεύσεως της Εκκλησίας. Γι' αυτόν τον λόγο, ο ορθόδοξος Μοναχισμός, σε αντίθεση με τον δυτικό μοναχισμό, είναι βίωση της προφητικής, αποστολικής και μαρτυρικής ζωής και οι μοναχοί δεν σώζουν την Εκκλησία, όπως συμβαίνει στην Δύση, αλλά σώζονται παραμένοντες στην Εκκλησία.

Κατά συνέπειαν, τα μοναστήρια λειτουργούν και πρέπει να λειτουργούν ως πνευματικές ιατρικές Σχολές της Εκκλησίας. Όπως οι ιατροί μαθαίνουν στις ιατρικές Σχολές τι είναι σωματική ασθένεια, ποιος είναι ο υγιής οργανισμός και πώς θεραπεύονται οι άρρωστοι, έτσι και οι μοναχοί μαθαίνουν στις πνευματικές αυτές ιατρικές Σχολές τον τρόπο της πνευματικής θεραπείας των ανθρώπων. Όταν ο Μοναχισμός χάνη αυτόν τον σκοπό, τότε εκκοσμικεύεται και δημιουργεί μεγαλύτερη απογοήτευση στους Χριστιανούς. Γιατί σε μια τέτοια περίπτωση ο Μοναχισμός γίνεται μια κοσμική οργάνωση, ένας χώρος στον οποίο καλλιεργούνται όλα τα πάθη, η επιθετικότητα και ο φανατισμός.

12.

Ερώτηση: Τελειώνοντας, Σεβασμιώτατε, ποιο θα ήταν το μήνυμα και η συμβουλή σας στους Ορθόδοξους Χριστιανούς της χώρας μας αυτές τις στιγμές δοκιμασίας για αυτούς;

Απάντηση: Νομίζω ότι όσα είπα απαντώντας στις ερωτήσεις σας θεωρούνται και απάντηση στο τελευταίο αυτό ερώτημά σας. Γενικά σήμερα υπάρχει μεγάλη ανάγκη να επικρατή ενότητα στην εκκλησιαστική ζωή, ήτοι να είναι ενωμένα τα πνευματικά χαρίσματα με την κανονική δομή της Εκκλησίας, η νηπτική ζωή με την θεία Ευχαριστία, η θεραπεία του ανθρώπου με την δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας.

Ειδικότερα για την Χώρα σας, νομίζω ότι θα πρέπη να βρεθή ο κατάλληλος τρόπος για να αποκτηθή η κανονική ενότητα με τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, κάτω από την πρωτοκαθεδρία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο Θεός δεν ευλογεί τα σχίσματα και τις διαιρέσεις και ούτε μπορεί σε τέτοια σχίσματα να αναπτυχθή σωστή ορθόδοξη πνευματική ζωή. Και πάνω απ' όλα πρέπει να αντιληφθούμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία, βρίσκεται πάνω από τα έθνη και τις πατρίδες, γι' αυτό και δεν είναι δυνατόν να θεωρούνται οι Εκκλησίες ως εθνικές και προπύργια του εθνικισμού.

Ο Απόστολος Παύλος σαφώς συνιστά: «ημών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιππ. γ , 20). Ο νους μας, η όρασή μας, η προσδοκία μας και η ελπίδα μας, είναι το ουράνιο πολίτευμα, εκεί που βρίσκονται τώρα οι άγιοι ενωμένοι με τον Χριστό. Όταν σκεφτόμαστε κατ' αυτόν τον τρόπο, τότε ισχύει ο άλλος λόγος του Αποστόλου Παύλου «Ει ουν συνηγέρθητε τω Χριστώ, τα άνω ζητείτε, ου ο Χριστός εστιν εν δεξιά του Θεού καθήμενος, τα άνω φρονείτε, μη τα επί της γης» (Κολ. γ , 1-2) και βεβαίως τότε λύονται όλα τα προσωπικά και κοινωνικά προβλήματα.-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου