Τετάρτη, 31 Μαρτίου 2010
Από το Μυστικό Δείπνο στη σύγχρονη Λειτουργική Πράξη
Γεώργιος Φίλιας, Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
«Από το Μυστικό Δείπνο στη σύγχρονη λειτουργική Πράξη:
Ιστορική και θεολογική εξέλιξη της Θείας Ευχαριστίας»
Ιστορική και θεολογική εξέλιξη της Θείας Ευχαριστίας»
Η μελέτη (στα περιορισμένα χρονικά πλαίσια μιας εισηγήσεως) της ιστορικής και θεολογικής εξελίξεως της Θείας Ευχαριστίας, στο χρονικό εύρος των δύο χιλιάδων χρόνων, υποχρεώνει στη διατύπωση επιγραμματικών πορισμάτων της έρευνας.
Το Μυστήριο της Ευχαριστίας ιδρύθηκε από τον Κύριο κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, μιας εβραϊκής τελετής λίγο πριν από τον πασχάλιο εορτασμό. Η πρώτη Εκκλησία, τελώντας την παραδεδομένη από τον Κύριο λειτουργική πράξη της Ευχαριστίας, επανελάμβανε το τελετουργικό Εκείνου. Τούτο δηλώνεται από τις διηγήσεις των τριών Συνοπτικών Ευαγγελίων (το κατά Ιωάννην δεν περιέχει διήγηση περί του Μυστικού Δείπνου), του απ. Παύλου στην Α´ προς Κορινθίους επιστολή, των μαρτυριών από τις Πράξεις των Αποστόλων, καθώς και όλων των σχετικών μαρτυριών του 1ου και 2ου μ.Χ. αιώνα (Κλήμης Ρώμης, Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων, Ιουστίνος, Πολύκαρπος Σμύρνης, Ειρηναίος Λυώνος, Τερτυλλιανός).
Από τις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα, η Θεία Ευχαριστία αναπτύσσεται σε εκτενέστερη μορφή (Αποστολική Παράδοσις του Ιππολύτου Ρώμης), η μορφή δε αυτή περιέχει στοιχεία από τη μεταγενέστερη οριστική διαμόρφωση της Θ. Ευχαριστίας (4ος αι.: Ευχολόγιο του Σεραπίωνος / Αποστολικές Διαταγές). Κατά τους τρεις πρώτους αιώνες έχουν επισυμβεί κάποιες σημαντικές εξελίξεις: η Θ. Ευχαριστία αποδεσμεύεται από τα εσπερινά δείπνα της αγάπης και η τέλεσή της μεταφέρεται τις πρωινές ώρες. Οι ευχές της Ευχαριστίας, ενώ στην αρχή ήσαν αυτοσχέδιες, αποκτούν σταθερά διαμορφωμένο κείμενο. Ενώ μέχρι και τις αρχές του 3ου αι. η Θ. Ευχαριστία τελείτο μόνο από τον Επίσκοπο (σε ένδειξη ενότητας της Εκκλησίας), από την εποχή εκείνη ο Επίσκοπος παραχωρεί το πνευματικό δικαίωμα τελέσεώς της στους πρεσβυτέρους. Ο αγιασμός των προσφερομένων Δώρων (του άρτου και του οίνου), ενώ αρχικά επετελείτο με ευχές ευχαριστίας προς το Θεό-Πατέρα, από τα τέλη του 2ου αι. επιτελείται με ευχή Επικλήσεως του Αγίου Πνεύματος.
Υπάρχουν σημαντικοί θεολογικοί παράγοντες, οι οποίοι πρέπει να προσμετρώνται στη μελέτη όλων αυτών των εξελίξεων: ο αντιαιρετικός αγώνας της Εκκλησίας, ο οποίος απέβλεπε στον τονισμό της Θεότητας του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, η αποδέσμευση του Χριστιανισμού από τον Ιουδαϊσμό και η συνάντησή του με τον Ελληνισμό, η γένεση της θεολογίας του συμβολισμού, κυρίως με τα Αρεοπαγητικά και τον άγ. Μάξιμο τον Ομολογητή. Άλλοι παράγοντες, επίσης, υπήρξαν η οργάνωση της Εκκλησίας μετά τους διωγμούς, η αύξηση του αριθμού των Χριστιανών και η ανάπτυξη της ναοδομίας.
Η εξελικτική πορεία της Θ. Ευχαριστίας (η οποία οδήγησε στην τελική μορφοποίηση μετά τον 10ο αι.) αρχίζει από τα τέλη του 5ου αι. Τότε, η Λειτουργία ξεκινούσε με το «Ειρήνη πάσι» και ακολουθούσαν τα αναγνώσματα, το κήρυγμα και ο βασικός πυρήνας (προσφορά των Δώρων, καθαγιαστικές ευχές, Θ. Μετάληψη). Από τον 5ο αι. αρχίζει μία σταδιακή προσθήκη τμημάτων: οι ιερείς εισέρχονται στο ναό με λαμπρή πομπή (γένεση της Μικρής Εισόδου). Τον 7ο αι. προστίθεται μία ευχή κατά την είσοδο των ιερέων· από τον 8ο αι. η είσοδος αυτή δεν πραγματοποιείται προς το ναό, αλλά προς το ιερό Βήμα (οι ιερείς, δηλαδή, ευρίσκονται ήδη εντός του ναού). Την ίδια εποχή η προσφορά των Δώρων από το λαό μετατίθεται πριν από την είσοδο των ιερέων, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ιδιαίτερης Ακολουθίας (ακολουθία της Προθέσεως ή Προσκομιδής). τότε, ακριβώς, για την κάλυψη του χρόνου επιτελέσεως της ακολουθίας της Προθέσεως εντάχθηκαν στην τελετουργία τα αντίφωνα, δηλαδή ο αντιφωνικός τρόπος ψαλμωδήσεως δύο ψαλμών (αρχικά) και ενός τρίτου αργότερα.
Τον 9ο αι. πριν από τους αντιφωνικούς ψαλμούς προστίθενται τα ειρηνικά και τον 10ο αιώνα εμφανίζεται η αρχική ευλογία της Λειτουργίας («Ευλογημένη βασιλεία…»). Την εποχή εκείνη, επομένως, το εναρκτήριο τμήμα της Θ. Ευχαριστίας γνωρίζει την τελική του διαμόρφωση. Μετά από την Είσοδο των ιερέων, υπήρχαν στη Λειτουργία (από τους πρώτους, ήδη, αιώνες) τα αναγνώσματα, τα οποία διαμορφώθηκαν, συν τω χρόνω, ανάλογα με τις εβδομάδες και τις εποχές του έτους. Από τον 6ο αι., πριν από τα αναγνώσματα τοποθετείται η ψαλμώδηση του Τρισαγίου ύμνου (αποτελούσε αρχικώς εφύμνιο του 79ου ψαλμού). Αργότερα προστέθηκε το «Αλληλουάριο» ως Προκείμενο του Ευαγγελίου.
Μετά από τα αναγνώσματα αποχωρούσαν οι κατηχούμενοι. Περί τον 8ο αι., μάλιστα, δημιουργήθηκε ειδική ευχή γι’ αυτούς πριν από την αποχώρησή τους. Από τον 8ο αι., όταν είχε διαμορφωθεί η ιδιαίτερη ακολουθία της Προθέσεως, δημιουργείται η ανάγκη μεταφοράς των Τιμίων Δώρων από την κόγχη της προθέσεως στην Αγία Τράπεζα. Τότε εμφανίζεται η ψαλμώδηση ενός στίχου από τον 23ο ψαλμό (πρόκειται περί του αρχαιότερου Χερουβικού ύμνου), ενώ τον 10ο αι. δημιουργείται και η ευχή του ιερέα κατά τη διάρκεια του Χερουβικού ύμνου.
Η «αγία Αναφορά», το κεντρικό τμήμα της Θ. Ευχαριστίας, δεν εγνώρισε σημαντικές εξελίξεις, εφόσον αποτελεί τον πυρήνα της Ευχαριστίας. Οι ευχές της Αναφοράς, της Αναμνήσεως και της Επικλήσεως διαμορφώθηκαν σε οριστικό κείμενο μετά τους αντιαιρετικούς αγώνες της Εκκλησίας κατά τον 4ο και 5ο αι., ενώ ήδη από τον 4ο αι. υπήρχε, κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας, η μνημόνευση ζώντων και κεκοιμημένων (τα μετέπειτα Δίπτυχα).
Στη σύγχρονη μορφή της (η οποία οριστικοποιήθηκε μετά το 10ο αι.), η Θεία Ευχαριστία απαιτεί από πλευράς τελετουργικής την ιδιαίτερη προσοχή κλήρου και λαού, ώστε να υπάρχει ευταξία, τελετουργική ορθότητα και προβολή της μεγάλης αλήθειας: ότι μέσα από την Ευχαριστία, τα μέλη της Εκκλησίας οικειοποιούνται τη Χάρη του Θεού και προγεύονται την αιωνιότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου