Στην
εικονογραφική παράδοση της Εκκλησίας της Γεωργίας υπάρχει μία εικόνα,
που λέγεται «Δόξα Καθολικής Εκκλησίας της Γεωργίας». Στην εικόνα αυτή
είναι ενσωματωμένη όλη η πνευματική ιστορία της Γεωργίας. Σ’ αυτή την
εικόνα επικεντρώνεται όλη η πορεία, που διέγραψε ο λαός της χώρας από
τις αρχές του εκχριστιανισμού του ως τα χρόνια των τελευταίων δημιουργών
της πνευματικής ανθήσεως.
Τα
γεγονότα, επεκτεινόμενα στο διάστημα δύο χιλιάδων χρόνων, έχουν
τοποθετηθεί σε ένα μικρό πανί που οι πρώτοι φορείς του χριστιανικού
φρονήματος είναι γείτονες με τους άξιους συνεχιστές τους. Μαζί με αυτούς
στο περιορισμένο χρονικό διάστημα που απεικονίζονται στο πανί φαίνονται
και οι μεγάλοι άνδρες και γυναίκες μάρτυρες και ομολογητές που στην
συνείδηση των επίγειων συμπατριωτών τους φύλαξαν την Ορθοδοξία.
Από
την στιγμή της δημιουργίας της εικόνας αυτής πέρασαν αρκετά χρόνια. Στο
χρονικό διάστημα, έγιναν μεγάλα και θαυμαστά γεγονότα, που έχουν συμβεί
μέσα σ’ αυτό. Μεγάλοι είναι και οι άνθρωποι που έζησαν σ’ αυτή την
εποχή. Οι άνθρωποι αυτοί δεν υπόκειντο στην κοινή αρρώστια του καιρού.
Βάδισαν το στενό δρόμο των Ευαγγελικών εντολών και δεν έκλεισαν τα μάτια
τους μπροστά στο κακό αλλά ως γενναίοι πολεμιστές αντιστέκονταν σ’
αυτό.
Οι
άνθρωποι που είναι γύρω μας δημιουργούν την ιστορία. Σήμερα η
πνευματική ιστορία της Γεωργίας ζεί μεταξύ μας και οι δημιουργοί της
είναι οι σύγχρονοι ενάρετοι άνθρωποι του Θεού. Η ζωή αυτών των ανθρώπων
ομοιάζει με το φως που καταυγάζει τον κόσμο με την Ουράνια Λάμψη.
Περιπλανόμενοι
στην έρημο των σημερινών πόλεων, όπως το φως για τον κόσμο, δεν μπορούν
να κρυφτούν. Το φως των κατορθωμάτων τους οδηγεί, σαν άστρο, τους
ανθρώπους σε δρόμους μετανοίας και σωτηρίας.
Οι
αρχαίοι ασκητές, προβλέποντας την κατάπτωση της πίστεως στα έσχατα,
έλεγαν: Θα ’ρθούν επάνω τους οι πειρασμοί και εκείνοι που θα μείνουν
πιστοί θα είναι πιο μεγάλοι και από μας και από τους πατέρες μας. Είναι
μεγάλο το κατόρθωμα αυτών που έμειναν πιστοί. Το μεγαλείο τους
εμφαίνεται στις διάφορες στερήσεις και θλίψεις.
Ο Γέροντας Βιτάλιος
Ο
θαυμάσιος αυτός άνθρωπος, πυρπολήθηκε από την αγάπη προς τον Θεό και
περισσότερο από όλα προσπαθούσε να υπηρετεί μόνο Εκείνον, στον οποίο
έδωσε όλο τον εαυτό του.
Με
την γεμάτη αυταπάρνηση αγάπη του δούλευε αυτός στα χωράφια του Κυρίου
και καλλιεργούσε τα λεπτά βλαστάρια των πολύτιμων ανθρώπινων ψυχών,
προστατεύοντάς τα από τον μεσημεριανό καύσωνα, με την σκιά του και από
την χειμωνιάτικη παγωνιά, με την ζεστασιά της αναπνοής του. Όλοι εμείς
που μεγαλώσαμε με το γάλα της Θείας χάρης του, με την αγάπη μας βάζουμε
τον πατέρα Βιτάλιο μεταξύ των μεγάλων εργατών του πνεύματος στην εικόνα
«Δόξα καθολικής Εκκλησίας της Γεωργίας».
Η
ταπείνωση ήταν η κυριώτερη αρετή του, την οποία ο πατήρ Βιτάλιος άκρως
απέκτησε, και η αρετή αυτή προκαλούσε θαυμασμό και έκπληξη στο
περιβάλλον του Γέροντα. Γι’ αυτήν μάλλον και εδόθηκε σ’ αυτόν η χάρη του
Αγίου Πνεύματος, για την οποία απόδειξη είναι η γεμάτη αυταπάρνηση
αγάπη του προς τον Θεό και τους ανθρώπους. Είναι αδύνατο να καθορίσει
κανείς εξακριβωμένα πόσες ακόμα άλλες αρετές έκρυβε μέσα του αυτό το
δοχείο του Αγίου Πνεύματος. Αυτό είναι γνωστό μόνο σ’ Εκείνον, στον
Οποίον αφιέρωσε όλη την ζωή του. Ο πατήρ Βιτάλιος Τον ακολούθησε,
κρατώντας τον σταυρό του.
Ο
Γέροντας όσο ήταν αυστηρός στον εαυτό του, τόσο εύσπλαχνος και
ανεξίκακος ήταν προς τους ανθρώπους. Αυτός πολύ καλά καταλάβαινε πόσο
δύσκολο είναι για τον σημερινό άνθρωπο, τον υποδουλομένον από το πλήθος
των αμαρτιών και την γοητεία του κόσμου, να μπει στην αυλή της
Εκκλησίας. Συχνά μετά από εξομολογήσεις που ειχε δεχτεί ο πατήρ Βιτάλιος
για πολύ καιρό ήτανε άρρωστος και αρκετές φορές εξ αιτίας τους
οδηγήθηκε στο χειρουργείο. Με αυτόν τον τρόπο του ελέους και της αγάπης ο
Γέροντας άνοιγε τον δρόμο στην Εκκλησία για όλους που ήθελαν να μπουν,
ενώ ο ίδιος ασθενούσε, και ενίοτε πολύ σοβαρά.
Η άγάπη του όμως δεν σταμάτησε μόνο σ’ αυτό.
Άρρωστος,
με πρόσφατες ραφές, (ο Γέροντας στις εγχειρίσεις έχασε σχεδόν όλο το
στομάχι), μόλις και μετά βίας περπατώντας, τριγύριζε την νύχτα το
νοσοκομείο και παρηγορούσε τους ασθενείς, πολλοί από τους οποίους δεν
είχαν αρκετή φροντίδα εκ μέρους του προσωπικού. Περπατώντας ο ίδιος με
πολλές δυσκολίες, εκτελούσε τα συνηθισμένα καθήκοντα των νοσοκόμων, στην
υποχρέωση των οποίων ήτανε η επίβλεψη των ασθενών που δεν μπορούσαν να
μετακινούνται.
Πρώτες
πληροφορίες για τον Γέροντα Βιτάλιο εμείς λάβαμε στο μοναστήρι Πσκόβο –
Πετσέρσκι. Ένας διάκονος μας έδειξε τον Γέροντα «από την Γεωργία», όπως
είπε, και αποκάλυψε το εξής: Όταν ο πατήρ Βιτάλιος ήταν ακόμα δόκιμος,
έδεσε τον εαυτό του με αγκαθωτό σύρμα και μάλιστα τόσο γερά, που με κάθε
ένταση του σώματός του τα αγκάθια μπήγονταν στη σάρκα και απ’ αυτήν
έσταζαν σταγόνες αίματος. Στην ερώτηση, γιατί είναι λερωμένο το ράσο του
το απέδιδε στην ακαταστασία του.
Έτσι
κρατούσε τα κατορθώματά του, κρύβοντάς τα από τους ανθρώπους,
πολεμώντας τα πάθη του και εξασκούμενος στην υπομονή. Μόνο όταν πρόσεξαν
πώς στην παλάμη του ξεράθηκαν αίματα αποκαλύφθηκε η άσκησή του, και ο
Γέροντας αναγκάσθηκε να βγάλει το σύρμα.
Ο
πολυέλεος Θεός μας, θέλοντας την σωτηρία κάθε ψυχής και ξεσκεπάζοντας
την δολιότητα της ψεύτικης ταπείνωσης άφησε κάποιους ανθρώπους στην
πονηρή σκέψη τους να καταστρέψουν τον νεαρό ασκητή. Οι ζηλόφθονοι τον
χτύπησαν στο κεφάλι του, τον έβαλαν σε ένα μεγάλο τσουβάλι και κρυφά,
καλυπτόμενοι από το σκοτάδι, τον πέταξαν σε μια άβυσσο. Πέρασε λίγη ώρα
και στην μονή ήρθαν, κάποιοι κυνηγοί κουβαλώντας μαζί τους καταπληγωμένο
αλλά ζωντανό τον μάρτυρά μας. Όταν ο Γέροντας συνήλθε του ζήτησαν να
δείξει τους δράστες. Αυτός όμως απάντησε ότι δεν θυμάται τα πρόσωπά
τους. Η συμπεριφορά του συγκίνησε βαθιά τους κακούργους και αυτοί
μετάνοιωσαν πραγματικά και άρχισαν μια ενάρετη ζωή….
Από
μικρό παιδί, ακούγοντας την πολύ πιστή μητέρα του, έμαθε το αγοράκι για
τον Θεό, για τους αγίους Του και τους μάρτυρες. Πολύ συχνά δεν ήθελε να
φάει πριν ακούσει κάτι από την επίγεια ζωή του Κυρίου μας ή από τους
βίους των αγίων….
Από
τα μικρά του χρόνια αισθανόταν συμπάθεια προς τους δυστυχισμένους
ανθρώπους. Αρκετές φορές το φαγητό που μαγείρευε η μητέρα του το έπαιρνε
κρυφά από το σπίτι και το μοίραζε στους φτωχούς….
Η
μοναχή Μαρία που επισκέπτονταν τον Γέροντα στο νοσοκομείο μια φορά είδε
ένα όνειρο: Άγγελος Κυρίου πλησίασε έναν μοναχό και αφού του έβγαλε
τους πνεύμονες, του έβαλε άλλους. Μία ημέρα που η μοναχή ήταν στην
εκκλησία άκουσε μία γνωστή φωνή από πίσω της: «αδελφή Μαρία». Μόλις
γύρισε, είδε τον Γέροντα, ζωντανό και υγιέστατο.
Σε
όλα τα ταξίδια του στην απέραντη τότε κομμουνιστική Ρωσία ο Γέροντας,
εκτός από τα ρούχα του, είχε μόνο για περιουσία το Ιερό Ευαγγέλιο, με το
οποίο η μητέρα του τον ευλόγησε όταν έφευγε από το σπίτι. Το Ευαγγέλιο ο
πατήρ Βιτάλιος το ήξερε απ’ έξω, όπως και το Ψαλτήρι, που ποτέ δεν
αποχωριζόταν.
Μια
φορά ο Γέροντας πήγε κάπου με μία ομάδα μοναχών διωγμένων από τα
μοναστήρια τους. Στην πόλη Σνέζενα της περιοχής του Ντονιέτσκ στην
σημερινή Ουκρανία ένας αστυνόμος επέστησε την προσοχή του σ’ αυτήν την
ομάδα παράξενων, κατά την γνώμη του, ανθρώπων και αποφάσισε να τους
συλλάβει. Ο Γέροντάς μας κατάλαβε την κατάσταση και, εκφράζοντας την
αγάπη του προς τους αδελφούς, έκανε μια τολμηρή και γεμάτη αυταπάρνηση
πράξη. Πήδηξε από την γέφυρα, που βρίσκονταν, στο παγωμένο χειμωνιάτικο
νερό του ποταμού και με τέτοιο τρόπο τράβηξε την προσοχή του αστυνόμου,
που τώρα κατέβαλε προσπάθειες για την σωτηρία του βυθιζόμενου και την
οδήγησή του στο νοσοκομείο. Έτσι ο πατήρ Βιτάλιος, γλύτωσε τους μοναχούς
από την φυλακή και εξορία, ενώ ο ίδιος πάλι πέτυχε να πάει στο
νοσοκομείο.
Στα
χρόνια της Σοβιετικής εξουσίας στην Ρωσία τα μοναστήρια ελαττώθηκαν στο
ελάχιστο. Κατά την στατιστική τον καιρό του τελευταίου ρώσου
αυτοκράτορα Νικολάου του Β’ ο αριθμός τους ήταν κοντά στα 12.000. Το
κομμουνιστικό καθεστώς μείωσε τραγικά τα μοναστήρια σε οκτώ. Ακόμα και
σ’ αυτά τα μοναστήρια, που με ανεξικακία αναπέμπονταν προσευχές για την
ταπεινωμένη και υποδουλομένη Ρωσία, η σοβιετική εξουσία έλεγχε πολύ
συχνά, στέλνοντας σ’ αυτά τους κατασκόπους της για τον πλήρη έλεγχό
τους.
Τα λέμε όλα αυτά για να καταλάβει καλύτερα κανείς γιατί ο Γέροντας Βιτάλιος συμπεριφερόταν παράξενα.
Στις
γεμάτες θόρυβο πόλεις και στα δυσδιάκριτα χωριά ο Γέροντας οργάνωσε
κρυφά μοναστήρια. Τα μοναστήρια αυτά ήτανε απλά σπίτια, που μαζεύτηκαν
απλοί, σε τίποτα μή διακρινόμενοι άνθρωποι, οι οποίοι, όπως και όλοι οι
άλλοι πήγαιναν στις δουλειές τους κ.λπ., όμως μέσα στο σπίτι ζούσαν κατά
το δικό τους μοναχικό τυπικό. Βεβαίως, με το ράσο ντύνονταν μόνο για
την μοναχική κουρά. Έτσι ο πατήρ Βιτάλιος εμφύτευσε τις κληματσίδες στα
αμπέλια του Κυρίου σε άκρως εχθρικό περιβάλλον.
Εκτός
από τα άλλα χαρίσματα του Θεού ο πατήρ Βιτάλιος είχε και το προορατικό
χάρισμα, αν και προσεκτικά το έκρυβε. Μόνο η εξαιρετικότητα της
κατάστασης τον ανάγκαζε αλληγορικά να αποκαλύπτει αυτά που έχουν να
γίνουν στο μέλλον, είτε ήταν προσωπικού, είτε κοινωνικού χαρακτήρα….
Μια
φορά ήρθαν στον Γέροντα κάποιοι χριστιανοί ορθόδοξοι. Τον άκουσαν,
ρώτησε ο καθένας ότι ήθελε, και ενώ τον χαιρετούσαν, ήθελαν να πάρουν
την ευλογία του. Εδώ ο πατήρ Βιτάλιος τους σταμάτησε και τους έδειξε
έναν επισκέπτη του, Γεώργιο, για να πάρουν την ευλογία απ’ αυτόν. Ο
Γεώργιος βρέθηκε σε αμηχανία, αλλά υπάκουσε τον Γέροντα, ο οποίος του
έδειξε πώς να το κάνει. Σε λίγο καιρό ο άνθρωπος αυτός έγινε Ιερομόναχος
με το όνομα Κωνσταντίνος!
Ένας
καλόγερος από το Άγιον Όρος μας μετέφερε και το εξής: Όταν αυτός έμαθε
για τον θάνατο του αγαπημένου του γέροντα, τον έπιασε απέραντη θλίψη.
Πόσο καιρό ήταν έτσι, δεν θυμάται, όμως μια νύχτα του εμφανίσθηκε ο
Γέροντας Βιτάλιος με απλό, όπως πάντα ράσο, και τον ρώτησε: Πώς είσαι;
«Δεν μπορώ να είμαι καλά, αφού έμεινα χωρίς εσένα». Ο πατήρ Βιτάλιος τον
σταύρωσε και μόλις τελείωσε του είπε: «Μην ανησυχείς και μην
εγκαταλείπεις την κοπέλα αύτή». Όταν ο μοναχός ξύπνησε από το όραμα
αναρωτήθηκε: Μήπως είναι πειρασμός; για ποιά κοπέλα πρόκειται;
Πέρασε
χρόνος και για κάποιες δουλειές ο καλόγερος έπρεπε να πάει στην πόλη.
Εκεί τον βρήκε η ανεψιά του και τον παρακάλεσε: θέλω να ζήσω ως καλόγρια
σε μοναστήρι, βοήθησέ με….
Κάποτε
έπισκέφτηκαν τον πατέρα Βιτάλιο μοναχοί από την μακρυνή Αλάσκα και τον
ερώτησαν αν υπάρχουν και τώρα οι άνθρωποι, για τους οποίους διαβάζουμε
στα γεροντικά. «Πώς, είπε, υπάρχουν. Τους βλέπουμε, τους ακούμε, τους
μιλάμε, αλλά δεν έχουμε την πίστη τους»· είπε και ολόκληρη σειρά
ονομάτων.
Ένας
μοναχός Σέργιος δεν πίστεψε και για να λύσει την αμφιβολία του πήγε στο
Πσκόβο – Πετσέρσκι μοναστήρι να ρωτήσει άλλο γνωστό γέροντα Ιωάννη.
Μόλις ήρθε και πλησίασε τον γέροντα, ακούσε το εξής: «πήγαινε εκεί, από
όπου ήρθες, πήγαινε να πέσεις στα πόδια του και να τον ακούς. Είναι
τελευταίος αυτός, δεν θα υπάρχουν πιά τέτοιοι!»
Μια
φορά ο πατήρ Βιτάλιος πήγε να επισκεφτεί τα πνευματικά του τέκνα, που
μένανε σε ένα χωριό του Ντονιέτσκ και που είχε διαμορφώσει σε κρυφό
μοναστήρι στον κόσμο. Αυτή η μικρή κοινωνία παρθένων είχε μεγάλες
θλίψεις. Πολλές αδελφές ήταν πολύ άρρωστες και το βάρος της ζωής
αυξανόταν εξ αιτίας του πολύ μακρυνού δρόμου για το νερό. Την τρίτη μέρα
από την αναχώρηση του Γέροντα από το χωριό στον κήπο του σπιτιού που
μένανε οι μοναχές, στο σημείο που ο πατήρ Βιτάλιος συχνά προσευχότανε
άρχισε να τρέχει μια πηγή καθαρού νερού.
Πλησίαζαν
οι ημέρες της αναχώρησης του Γέροντα μας στον επάνω κόσμο. Πήγε για
τελευταία φορά στην εκκλησία και μας χαιρέτησε όλους. Όλοι είχαμε δάκρυα
στα μάτια μας. Δεν ήτανε άρρωστος για πολύ, μόνο δύο βδομάδες το ρολόι
μετρούσε τις τελευταίες του στιγμές. Δεν ήτανε τόσο η αγιότητά του, τα
κατορθώματά του και οι αγαθές πράξεις του, όσο η απλή αγάπη του, που
εξέφραζε η καρδιά του. Με αυτή την αγάπη υποδεχότανε και ξεπροβοδούσε
καθένα άνθρωπο που ερχότανε σ’ αυτόν.
«Όλους
να αγαπάς, όλους να έχεις σαν άγιους, να κατακρίνεις τον εαυτό σου και
με δάκρυα να εργάζεσαι το θέλημα του Κυρίου μας», έγραψε σε κάποιον ο
Γέροντας.Εκοιμήθη την 1η Δεκεμβρίου 1992.
Ερχότανε
στον πατέρα Βιτάλιο και ο Πατριάρχης της Γεωργίας, ο οποίος τον
εκτιμούσε πολύ και τον βοηθούσε μερικές φορές στις ανάγκες και αρρώστιές
του. Αυτός ο ίδιος καθόρισε και εδωσε εντολή σχετικά με το μέρος της
ανάπαυσης του Γέροντα. Είναι στην αυλή της εκκλησίας του αγίου
Αλεξάνδρου Νέβσκυ και ποτέ δεν λείπουν τα λουλούδια πάνω από τον τάφο
του αειμνήστου Γέροντα Βιταλίου του οποίου η μνήμη να είναι αιώνια.
Όλοι
οι άγιοι πέρασαν πολλές θλίψεις και στερήσεις, δρόμο γεμάτο αγκάθια,
πίκρες και δοκιμασίες. Μάλλον αυτός ο δρόμος είναι σωτηριώδης και όλα τα
βάσανα της ζωής μας είναι μαθήματα για την καλλιέργεια του πνεύματός
μας.
Αυτό
το δρόμο των στερήσεων και των θλίψεων πέρασε και ο Γέροντάς μας.
Δοκιμάσθηκε, καθαρίσθηκε, έλαβε την μισθαποδοσία των αγώνων του εις
δόξαν της Αγίας Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος!
Ο
γέροντας Βιτάλιος, Βίος-Αγώνες και Χαρίσματα (Μετάφραση από τα ρωσικά
Αντώνιος Ντανίλιν), εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου