Πηγή:
"Εμπειρική Δογματική τής
Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π.
Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄. Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ.
Βλασίου Ιεροθέου.
Η «πνοή
ζωής», που ζωοποιεί από την αρχή το σώμα του ανθρώπου, συνδέεται
στενά με το σώμα, το εμψυχώνει και το ζωοποιεί, το συγκροτεί και
το ενοποιεί. Οι Άγιοι αποκτούν εμπειρία του εμφυσήματος του Θεού
με την προσευχή και, κυρίως, με την νοερά προσευχή, που
θερμαίνει και κινεί όλο τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου.
Και οι
αρχαίοι φιλόσοφοι ομίλησαν για την ψυχή του ανθρώπου, την ύπαρξή
της, τον τρόπο συνδέσεώς της με το σώμα, την ύπαρξή της μετά τον
θάνατο. Και αυτοί είχαν την γνώση ότι διαφέρει η ψυχή από το
σώμα, αλλά βέβαια οι απόψεις τους ήταν εντελώς, διαφορετικές από
την εμπειρία των θεοπτών Αγίων της Εκκλησίας. Οι φιλόσοφοι
ομιλούσαν για την κατά φύση αθάνατη ψυχή και το κατά φύση θνητό
σώμα. Αλλά αυτή η διάκριση δεν έγινε αποδεκτή από τους Αγίους
Πατέρες, οι οποίοι, όπως είδαμε, διδάσκουν ότι τόσο η ψυχή όσο
και το σώμα είναι δημιουργήματα του Θεού.
«Εκείνο
που δεν αλλάζει, κατά τον Πλάτωνα, είναι τα αρχέτυπα. Και η
ψυχή, επειδή έχει ομοιογένεια με τα αρχέτυπα, πνευματικά είναι
αυτά, πνευματική είναι και η ψυχή, άϋλα είναι εκείνα, άυλη η
ψυχή. Οπότε, το όμοιο γνωρίζει το όμοιο. Επομένως, είναι φυσικό,
είναι η φυσική δύναμη της ψυχής να γνωρίζη αυτά τα αρχέτυπα. Εξ
αιτίας όμως της φυλακίσεως της ψυχής μέσα στο σώμα, η ψυχή
βρίσκει εμπόδιο το σώμα για να γνωρίση αμέσως αυτά τα αρχέτυπα,
τα οποία βέβαια γνώριζε σε μία πρότερη ζωή.
Οπότε, έχουμε εξ αιτίας αυτής της αναλύσεως την λεγομένη
μαιευτική μέθοδο, που ο άνθρωπος, για να γνωρίση την αλήθεια,
απλώς πρέπει να την ενθυμηθή. Οπότε, υπάρχει μια λήθη, η ψυχή
έχει ξεχάσει αυτά που ήξερε, οπότε πρέπει να τα ενθυμηθή. Έχουμε
αυτή την περίφημη μέθοδο του Σωκράτη, την λεγόμενη μαιευτική
μέθοδο, κατά την οποία ο διδάσκαλος είναι εκείνος ο οποίος
εκμαιεύει ήδη υπάρχουσες γνώσεις μέσα στον άνθρωπο. Οπότε, κατ’
αυτόν τον τρόπο, η γνώση των αρχετύπων είναι έμφυτη στον
άνθρωπο. Η ψυχή γνώριζε αυτά τα αρχέτυπα πριν φυλακισθή μέσα στο
σώμα. Βέβαια, αυτή η πλατωνική αντίληψη μέσα στον Χριστιανισμό
πήρε την μορφή περί εμφύτου γνώσεως του Θεού και του ανθρώπου».
Επίσης, ο
Πλάτων υποστήριζε ότι η ψυχή του ανθρώπου ήταν εκ φύσεως
αθάνατη, ενώ ο Αριστοτέλης δεν δεχόταν το «αθάνατον της ατομικής
ψυχής», της λεγομένης παθητικής ψυχής.
«Υπάρχει
κάποια διάκριση μεταξύ του Αριστοτέλους και του Πλάτωνος, διότι
ο Αριστοτέλης δεν δέχεται την αθανασία της ατομικής ψυχής. Δεν
υπάρχει αθανασία της ατομικής ψυχής. Διότι, στον Αριστοτέλη,
όπως τον διαβάζουμε εμείς και οι Άραβες, υπάρχουν δυο ψυχές.
Υπάρχει η ποιητική ψυχή και υπάρχει και η παθητική ψυχή.
Η παθητική ψυχή, που είναι η ατομική ψυχή, δεν είναι αθάνατη,
έρχεται στην ύπαρξη με την ένωση της μορφής με την ύλη, και,
όταν διαλύεται αυτή η ένωση μορφής και ύλης, διαλύεται η
παθητική ψυχή και εξαφανίζεται, οπότε, το άτομο εξαφανίζεται για
τον Αριστοτέλη.
Η ποιητική ψυχή είναι μία για όλους τους ανθρώπους, οπότε
υπάρχει ομαδική αθανασία που είναι η αθανασία του είδους της
ανθρωπότητος, αλλά όχι όμως μια αθανασία των ατόμων. Στην
διδασκαλία περί γενέσεως και φθοράς του Αριστοτέλους δεν υπάρχει
αθανασία. Ενώ στον Πλάτωνα φαίνεται, από τις ερμηνείες που
γίνονται για τον Πλάτωνα -σε αυτό κανείς δεν μπορεί να είναι και
πολύ βέβαιος για τον Πλάτωνα- για τον Πλάτωνα υπάρχει ατομική
αθανασία, φαίνεται τουλάχιστον ότι υπάρχει ατομική αθανασία, και
συνδέεται με την διδασκαλία του Πλάτωνος περί ευδαιμονίας.
Τώρα, στον Αριστοτέλη, εφ' όσον η ατομική αθανασία δεν υπάρχει,
σημαίνει ότι προ της γεννήσεως του ανθρώπου, ο άνθρωπος ως άτομο
δεν υπάρχει, και μετά τον θάνατο του σώματος, ο άνθρωπος πάλι ως
άτομο δεν υπάρχει. Οπότε, η διδασκαλία του Αριστοτέλους περί
ευδαιμονίας είναι η προσωρινή ευδαιμονία σε αυτήν την ζωή.
Οπότε, δεν υπάρχει για τον Αριστοτέλη θέμα ευδαιμονίας του
ατόμου μετά τον θάνατο. Όπως δεν υπάρχει και προ της γεννήσεως.
Για τον Πλάτωνα, όμως, υπάρχει το θέμα της ευδαιμονίας και προ
της γεννήσεως του ανθρώπου και μετά τον θάνατο του ανθρώπου,
εφόσον όχι μόνο υπάρχει αθανασία της ψυχής, αφού η ψυχή
επιβιώνει μετά τον θάνατο του σώματος και υπάρχει μετά στην άλλη
ζωή, δηλαδή, αλλά για τον Πλάτωνα, αθανασία της ψυχής
συνεπάγεται όχι μόνον το ατελεύτητο της ψυχής, αλλά και το
άναρχο της ψυχής. Όπως η ψυχή δεν έχει τέλος, κατά τον ίδιο
τρόπο η ψυχή δεν έχει και αρχή. Οπότε, η ψυχή προϋπάρχει για τον
Πλάτωνα.
Βέβαια, σε αυτά τα θέματα υπάρχει θέμα εάν είναι επηρεασμένος ο
Πλάτων μέσω των διονυσιακών θρησκειών από τις ανατολικές
παραδόσεις, που υπάρχει διδασκαλία περί προϋπάρξεως της ψυχής
και της υπάρξεως μετά τον θάνατον, και διδασκαλίας περί
μετεμψυχώσεως κλπ, που είναι σήμερα γνωστά στον Ινδουισμό, στις
ανατολικές θρησκείες, φαίνεται υπήρχε στον Ζωροαστρισμό. Αλλά,
υπάρχει θεωρία ότι αυτά έχουν ανατολική προέλευση, και δεν είναι
μέρος του αρχαίου Ελληνικού κόσμου δηλαδή, που πιστεύεται ότι ο
Αριστοτέλης τουλάχιστον είναι πιο αντιπροσωπευτικός του
Ελληνικού πνεύματος».
Πάντως,
οι Θεούμενοι Πατέρες δεν δέχθηκαν αυτές τις απόψεις των αρχαίων
φιλοσόφων, καίτοι τις γνώριζαν από τις μελέτες τους, γιατί
ήξεραν από την εμπειρία τους ότι τα πράγματα είναι εντελώς
διαφορετικά.